Βυζαντινά Αξιώματα & Τίτλοι
thyreos

Βυζαντινον Χρονικον

ioustinian nobles
Διαφορα αλλα Βυζαντινα Αξιωματα

Κάποια Βυζαντινά αξιώματα δεν εμπίπτουν στις ταξινομήσεις και στις χρονικές ομαδοποιήσεις που ακολουθούνται στις υπόλοιπες σελίδες του byzantium.gr, στο περί Αξιωμάτων κεφάλαιο. Αυτά που έχουν περισσέψει, τα «λοιπά» αξιώματα, τα παρουσιάζουμε εδώ:


Α.   Αυτοκρατορικοί τίτλοι

Διάφοροι τιμητικοί τίτλοι που αφορούσαν τον ίδιο τον αυτοκράτορα.

ΒασιλεύςΟ ελληνικός αυτός τίτλος καθιερώθηκε για πρώτη φορά από τον Ηράκλειο το 629 και χρησιμοποιήθηκε από όλους τους μετέπειτα αυτοκράτορες. Αντικατέστησε σε επιγραφές, έγγραφα, κοσμήματα κ.λπ. το «Imperator Caesar Augustus». Εννοείται ότι παράλληλα εισήχθη και η «Βασίλισσα» για τη σύζυγο του βασιλέα.
ImperatorH ρωμαϊκή εκδοχή του «αυτοκράτορα». Ήταν ο επίσημος τίτλος και για τους Βυζαντινούς, τουλάχιστον μέχρι τον 7ο αιώνα. O πρώτος imperator με την αυτοκρατορική έννοια του όρου υπήρξε ο Τιβέριος (14 μ.Χ.–37 μ.Χ.). Ο όρος προϋπήρχε με την έννοια του θριαμβευτή στρατηγού.
ΑύγουστοςΤίτλος Ρωμαίων ηγετών μετά τον Οκταβιανό, ο οποίος είχε δεχθεί τον τιμητικό τίτλο «Αύγουστος» το 27 π.Χ. και έμεινε στην ιστορία με αυτό το όνομα. Όλοι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες έπαιρναν το πρόσθετο όνομα Αύγουστος, που τελικά έγινε αυτοκρατορικός τίτλος. Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και στους Βυζαντινούς. Μέχρι τον 7ο αιώνα χρησιμοποιόταν η λατινική λέξη Augustus και μάλιστα στη συνδυασμένη μορφή Imperator Caesar Augustus. Στη συνέχεια ο τίτλος έγινε «Αύγουστος». Υπήρχε και η θηλυκή εκδοχή για τη σύζυγο: «Αυγούστα».
ΚαίσαρΤίτλος των ηγετών της Ρώμης προς τιμήν του Ιουλίου Καίσαρα. Το «Καίσαρ» παρέμεινε σε χρήση σε όλη τη Βυζαντινή περίοδο. Αντίθετα από τον τίτλο «Αύγουστος», δεν περιοριζόταν σε βασιλείς, αλλά ήταν ανώτατος τιμητικός τίτλος που δινόταν σε διαδόχους, πρίγκιπες, διακριθέντες στρατηγούς, και σε ξένους ηγεμόνες.
Αυτοκράτωρ«Αυτοκράτωρ» ήταν η μετάφραση που είχαν υιοθετήσει οι Έλληνες συγγραφείς για τον imperator. Η λέξη προϋπήρχε στα αρχαία Ελληνικά και είχε χρησιμοποιηθεί για τον Μέγα Αλέξανδρο (Στρατηγός Αυτοκράτωρ). Όταν μετά τον 7ο αιώνα επικράτησε η Ελληνική γλώσσα, το imperator ξεχάστηκε και άρχισε να χρησιμοποιείται ο «αυτοκράτωρ» (που ξεκίνησε και αυτό από τον Ηράκλειο), αν και το «βασιλεύς» ήταν πιο συνηθισμένο. Ο πρώτος αυτοκράτορας που χάραξε τον όρο σε νομίσματα ήταν ο Αλέξανδρος (912-913). Συνήθως απαντά στη συνδυασμένη μορφή βασιλεύς αυτοκράτωρ.
ΣυναυτοκράτωρΣυνώνυμο: Συμβασιλεύς. Πολλοί από τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες είχαν έναν ή περισσότερους συν-Αυτοκράτορες που έστεφαν επισήμως σαν Αυτοκράτορες, αλλά που κατά κανόνα είχαν ελάσσονα έως ανύπαρκτο ρόλο και ελάχιστη εξουσία.
Δύο ήταν οι βασικοί λόγοι που ωθούσαν έναν βασιλέα στην ενθρόνιση συναυτοκράτορα: είτε για διασφάλιση της διαδοχής από τον γιο του (ή κάποιον άλλο πρόσωπο της δικής του επιλογής) είτε για κατευνασμό κάποιου διεκδικητή του θρόνου. Αρκετοί συναυτοκράτορες έγιναν αυτοκράτορες.
ΔεσπότηςΆτυπος τίτλος για τον αυτοκράτορα που τον λανσάρισε αρχικά ο Ιουστινιανός. Παρέμεινε ένας γενικός περιγραφικός τίτλος, αλλά χρησιμοποιήθηκε και για άλλα αξιώματα. Και βέβαια, χρησιμοποιήθηκε και για τους ηγεμόνες των Δεσποτάτων από τον 13ο αιώνα (Ηπείρου, Μορέως)
ΎπατοςΣτην Αρχαία Ρώμη υπήρχαν δύο ύπατοι που ήταν οι ανώτατοι άρχοντες. Όταν η Ρώμη απέκτησε αυτοκράτορες, οι ύπατοι εξακολουθούσαν να υπάρχουν με ψαλιδισμένα καθήκοντα. Όταν ιδρύθηκε η Κωνσταντινούπολη, ο Μεγ, Κωνσταντίνος μετέφερε τον ένα Ύπατο εκεί.
Στη συνέχεια, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες είχαν και αυτό το αξίωμα, ενώ υπήρξαν και άλλες προσωπικότητες που τιμήθηκαν με τον τίτλο (λ.χ. ο Βελισάριος). Επί Ιουστινιανού το αξίωμα χάνει τις τελευταίες τυπικές αρμοδιότητες που του είχαν μείνει. Οι μετέπειτα αυτοκράτορες παίρνουν μεν τον τίτλο, αλλά πρόκειται πλέον για έναν από τους καθαρά διακοσμητικούς και άνευ αντικειμένου τίτλους με τους οποίους περιβάλλεται ο βασιλεύς. Ο τελευταίος αυτοκράτωρ που έφερε τον τίτλο ήταν ο Λέων ο Στ’ ο οποίος ουσιαστικά τον κατάργησε υποβαθμίζοντάς τον σε κατώτατο τιμητικό αξίωμα.
ΚύριοςΟ Ηράκλειος καθιέρωσε και αυτό τον τίτλο που έγινε και αυτός γενικός περιγραφικός τίτλος, με ευρύτερη χρήση, όχι μόνο για τους βασιλείς. Στην υστεροβυζαντινή περίοδο χρησιμοποιόταν ανεπίσημα και η παραφθορά: Κύρης.
ΠορφυρογέννητοςΔεν πρόκειται για τίτλο, αλλά για άκρως τιμητικό χαρακτηρισμό. Πορφυρογέννητος σημαίνει στην κυριολεξία «αυτός που γεννήθηκε μέσα στην Πορφύρα», δηλαδή στο επενδεδυμένο με πορφύρα δωμάτιο των Παλατίου, όπου γεννιόνταν τα τέκνα εν ενεργεία αυτοκρατόρων. Οπότε σήμαινε «αυτός που γεννήθηκε όταν ο πατέρας του ήταν αυτοκράτορας». Οι Πορφυρογέννητοι υποτίθεται είχαν το προβάδισμα στη διαδοχή. Αρκετά τέκνα βασιλέων είχαν αυτόν τον χαρακτηρισμό, με πιο διάσημους την αυτοκράτειρα Ζωή και τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο.
Βασιλεύς των ΕλλήνωνΑυτός ο τίτλος δεν ταιριάζει πολύ στη λογική της παρούσας ταξινόμησης, αλλά ας τον βάλουμε. Ο μοναδικός αυτοκράτορας που πήρε αυτόν τον τίτλο όταν στέφθηκε ήταν ο τελευταίος, ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος. Το έκανε υπό την απειλή της επικείμενης οθωμανικής επίθεσης και ελπίζοντας για βοήθεια από τους Δυτικούς. Χρησιμοποιώντας αυτόν τον τίτλο αφενός δήλωνε ότι δεν είχε αξιώσεις στη Ρωμαϊκή κληρονομιά και αφετέρου υπενθύμιζε την προέλευση από τους αρχαίους Έλληνες που από την εποχή εκείνη είχαν αρχίσει να γίνονται αντικείμενο θαυμασμού στη Δύση.



byzantine court

Β.   Διάφορα άλλα Αξιώματα

Αξιώματα που δεν ταιριάζουν στις άλλες κατηγοριοποιήσεις που έγιναν στο περί Αξιωμάτων κεφάλαιο. Στην πλειοψηφία τους προέρχονται από την περίοδο μεταξύ 5ου και 8ου αιώνα, για την οποία, όσον αφορά τα αξιώματα, έχουμε πολύ λίγες πληροφορίες.

Έξαρχος
 Κυβερνήτης Εξαρχάτου. Υπήρχαν δύο Εξαρχάτα: της Ραβέννας και της Βορείου Αφρικής. Είχαν ιδρυθεί στα τέλη του 6ου αι. από τον Μαυρίκιο (582-602), ανεξάρτητα από την έως τότε οργάνωση της διοίκησης των επαρχιών. Τα εξαρχάτα ήταν πρόσφατα ανακτηθείσες επαρχίες (επί Ιουστινιανού), πολύ σημαντικές (για πολιτικούς, οικονομικούς, ιστορικούς λόγους), και σχετικά απομακρυσμένες.
Ο τίτλος «Έξαρχος» προϋπήρχε ως τίτλος διοικητή στις ανατολικές επαρχίες (αντίστοιχο του «Βικαρίου» στις δυτικές επαρχίες).
Το εξαρχάτο της Βορείου Αφρικής καταλύθηκε από τους Άραβες το 689, ενώ της Ραβέννας καταλύθηκε από τους Λομβαρδούς, το 751. Έτσι ο επίσημος τίτλος του Εξάρχου καταργήθηκε, αλλά σαν γενικός όρος εξακολούθησε να χρησιμοποιείται περιστασιακά, με την έννοια του απεσταλμένου ή του εκπροσώπου της κεντρικής εξουσίας.
Πάγαρχος
 Διοικητής επαρχίας στην Αίγυπτο. Η Αίγυπτος από «αρχαιοτάτων χρόνων» ήταν χωρισμένη σε διοικητικές περιφέρειες, που από την Ελληνιστική περίοδο ονομάζονταν Νομές ή Νομοί, με διοικητές τους Νομάρχες.
Τον 5ο αιώνα αυτή η οργάνωση άλλαξε σε μια νέα διαίρεση με μικρότερες περιφέρειες που ονομάστηκαν Πάγοι ή Παγαρχίες. (Μόνο στην Αίγυπτο.)
Όπως όλοι οι διοικητές επαρχιών, ο Παγαρχος είχε την πολιτική, δικαστική, στρατιωτική εξουσία στην περιοχή του. Επίσης ήταν υπεύθυνος για τη συλλογή φόρων. Το αξίωμα υπήρχε μέχρι την Αραβική κατάκτηση το 642. Οι Άραβες διατήρησαν τις παγαρχίες, αλλά σύντομα άλλαξαν το όνομα.
Εξάκτωρ
 Διοικητής επαρχίας στην Αίγυπτο. Υπήρχε από τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ως exactor, και διατηρήθηκε μέχρι τον 6ο αι. Δεν είναι σαφές το εύρος των εξουσιών του, αλλά σίγουρα ήταν ανώτατος αξιωματούχος. Φαίνεται πως έχασε τις περισσότερες αρμοδιότητες όταν δημιουργήθηκαν τον 5ο αιώνα οι Πάγαρχοι.
Ο τίτλος εμφανίζεται σποραδικά και σε άλλες περιόδους του Βυζαντίου, εκτός Αιγύπτου, ως χαμηλόβαθμος αξιωματούχος, υπεύθυνος για τη συλλογή φόρων (εδώ ίσως υπάρχει σύγχυση με τη λέξη «πράκτωρ»= φοροεισπράκτορας). Τον 11ο αιώνα συναντούμε απροσδόκητα (στην Πείρα) αναφορά σε εξάκτορες που κατά τα φαινόμενα έχουν κάποιες αρμοδιότητες επίλυσης δικαστικών διαφορών.
Στρατηγός Καραβισιάνων  ή  Στρατηγός Καράβων
 Αρχηγός του Βυζαντινού ναυτικού. Οι Καραβισιάνοι ήταν το πολεμικό ναυτικό του 7ου αιώνα. Αν και είχε τίτλο στρατηγού, δεν είχε στη δικαιοδοσία του μεγάλο Θέμα, μόνο καράβια και λίγα εδάφη στα παράλια της Μ.Ασίας. Η έδρα του πιθανώς ήταν στη Σάμο. Η θέση καταργήθηκε με την αναδιοργάνωση του στόλου από τον Λέοντα Γ΄, κυρίως εξαιτίας της ανταρσίας του στόλου στη Ρόδο το 715 υπό τον Λογοθέτη Ιωάννη, που οδήγησε στην ανατροπή του Αναστασίου Β΄. Με τη νέα οργάνωση επί Λέοντος Γ΄, ο στόλος πέρασε στα θέματα και κυρίως στο Θέμα Κιβυρραιωτών, η περιοχή του οποίου ήταν ολόκληρη η νότια Μικρά Ασία, και το οποίο ήταν κατεξοχήν ναυτικό Θέμα.
Κλεισουράρχης
 Τον 8ο και 9ο αι, δημιουργήθηκαν ειδικές υποδιαιρέσεις των Θεμάτων (ή ίσως μικρές περιοχές ανεξάρτητες από Θέματα), οι κλεισούρες ή κλεισαρχίες, που ήταν περιοχές γύρω από ορεινά περάσματα, με επικεφαλής έναν Κλεισουράρχη. Πιθανόν ο τίτλος αυτός ήταν ανεπίσημος, εκτός της επίσημης στρατιωτικής ιεραρχίας.
Κλεισούρες δεν υπήρχαν σε όλα τα Θέματα, αλλά κυρίως στα παραμεθόρια, στα ανατολικά σύνορα και νότια στην οροσειρά Ταύρου. Υπήρχε και μία στα δυτικά, στο Θέμα Στρυμόνα. Κάποιες περιοχές που ήταν αρχικά κλεισούρες έγιναν αργότερα Θέματα. Οι κλεισούρες υπήρχαν μέχρι τον 10ο αιώνα.
Οι κλεισουράρχες σε αντίθεση με άλλους αξιωματούχους ήταν σκληροτράχηλοι πολεμιστές. Έχει ενδιαφέρον να επισημάνουμε ότι υπήρχαν και σε άλλες εποχές, τη δε μεταβυζαντινή εποχή είχαν ένα όνομα που είναι οικείο μέχρι σήμερα: Δερβέναγας.
Μάγιστρος των Κήνσων ή  Άρχων των Αρχετύπων Συμβολαίων (magister census)
 Αξίωμα που υπήρχε από την αρχή της Πρωτοβυζαντινής περιόδου μέχρι τον 6ο αιώνα. Ήταν αρχειοφύλακας πρωτοτύπων συμβολαίων, διαθηκών, διαφόρων συναλλαγών και λοιπών επίσημων εγγράφων. Επιπλέον όσοι έρχονταν στην Πόλη να σπουδάσουν ή να εργαστούν από την επαρχία έπρεπε να καταθέσουν τα δικαιολογητικά τους στο γραφείο του για να τους δοθεί άδεια παραμονής.
Νυκτέπαρχος  ή  Έπαρχος της Νυκτός  ή  ο Επί της Αγρυπνίας (praefectus vigilum)
 Αρχηγός της νυχτερινής φρουράς, υπεύθυνος για τη δημόσια τάξη, έχοντας και δικαστικές αρμοδιότητες. Βασικό του έργο να αστυνομεύει τις κλοπές και άλλες παρανομίες και κυρίως να εμποδίζει εμπρησμούς και ταραχές μετά τις ιπποδρομίες. Το 535 επί Ιουστινιανού, η θέση μετονομάστηκε «Πραίτωρ Δήμου», εξέλιξη που ίσως είχε να κάνει με την προηγηθείσα Στάση του Νίκα και με την ανάγκη που προέκυψε για καλύτερη αστυνόμευση.
Πραίτωρ του Δήμου (praetor plebis)
 Όπως και η θέση του Νυκτέπαρχου, από την οποία προήλθε, ήταν υπεύθυνος για την αστυνόμευση της πόλης τη νύχτα. Διοριζόταν απευθείας από τον αυτοκράτορα και αναφερόταν στον Έπαρχο της Πόλεως. Το αξίωμα υπήρχε με διακυμάνσεις ως προς το εύρος των καθηκόντων μέχρι το τέλος του Βυζαντίου, αν και κατά την Υστεροβυζαντινή περίοδο ήταν απλά τιμητικός τίτλος.
Χαμαιδικαστής
 Χαμηλόβαθμος δικαστικός. Οι χαμαιδικαστές (iudices pedanei) δεν είχαν δική τους δικαστική εξουσία. Εκδίκαζαν υποθέσεις με την εξουσιοδότηση κάποιου ανώτατου αξιωματούχου που είχε δικαστική εξουσία. Οι χαμαιδικαστές είχαν το δικαίωμα απλά να εισηγηθούν αποφάσεις ή ακόμα και να πάρουν αποφάσεις, οι οποίες όμως δεν είχαν ισχύ αν δεν τις επικύρωνε ο Αξιωματούχος επ’ονόματι του οποίου δίκαζαν (π.χ. Έπαρχος Πόλεως).
Το αξίωμα θέσπισε ο αυτοκράτωρ Ζήνων και το κατήργησε ο Ιουστινιανός στα μέσα του 6ου αιώνα. Οι Χαμαιδικαστές ήταν ίσως οι πρώτοι κατ’ επάγγελμα δικαστές.
Κοιασίτωρ
 Από το λατ. quaesitor (=ερευνητής). Χαμηλόβαθμος δικαστικός. Το βασικό του καθήκον ήταν η προώθηση των υποθέσεων ανθρώπων από την επαρχία που έρχονταν στην Κωνσταντινούπολη για να βρουν το δίκιο τους καταφεύγοντας σε μια ανώτερη αρχή. Ο Κοιασίτωρας αρκετές φορές δίκαζε και ο ίδιος.
Φαίνεται πως ένα παράπλευρο καθήκον ήταν να επιβλέπει τις ασχολίες αυτών που έφταναν από την επαρχία και των ξένων γενικά, να ελέγχει τους ζητιάνους και να βρίσκει δουλειές για όλες αυτές τις κατηγορίες πολιτών.
Το αξίωμα θέσπισε ο Ιουστινιανός το 539. O λόγος για τη δημιουργία αυτού του περίεργου οφφίκιου είναι η Στάση του Νίκα, στην οποία είχαν συμμετάσχει πολλοί επαρχιώτες που έτυχε να είναι στην Πόλη καθώς και όλοι οι άνεργοι και οι άστεγοι. Μέχρι τον 7ο αιώνα, το αξίωμα ήταν σημαντικό, αλλά αργότερα καταργήθηκε, και οι αρμοδιότητές του απορροφήθηκαν από τον Κοιαίστορα.
Ακτουάριος
 Τίτλος γενικής χρήσεως που σημαίνει περίπου γραμματέας ή πρακτικογράφος. Η λέξη προέρχεται από το acta (=πεπραγμένα, αποφάσεις). Το αξίωμα, που υπήρχε από τη Ρωμαϊκή εποχή, συναντούμε σε κατώτερους υπαλλήλους στην υπηρεσία διαφόρων οφφικίων, κυρίως δικαστικών –με δικονομικές αρμοδιότητες. Η πιο ιδιαίτερη περίπτωση είναι ο ακτουάριος του Ιπποδρόμου όπου ανακοινώνει αποφάσεις και επιδίδει τα βραβεία στους νικητές των αγώνων (τα άκτα των επάθλων της νίκης).
Δεν πρέπει να συγχέεται με τον αρκτουάριο (=αρκουδιάρης, θηριοδαμαστής). Επίσης δεν ήταν ιατρικός τίτλος. Αυτή η εσφαλμένη αντίληψη οφείλεται στον Ιωάννη Ακτουάριο, κορυφαίο γιατρό του 13ου αιώνα, ο οποίος όμως απλά ήταν και ακτουάριος εκτός από γιατρός.
Ο ακτουάριος απαγορευόταν να συναναστρέφεται ταβουλάριους και να είναι στρατιωτικός.
Προκουράτωρ
 Αρχικά σήμαινε επίτροπος, διαχειριστής, ταμίας. Το καθήκον υπήρχε από τη Αρχαία Ρώμη και συνεχίστηκε και στο Βυζάντιο ως ο «διοικών αλλότρια πράγματα κατά εντολήν του δεσπότου». Στη Μεσοβυζαντινή περίοδο αυτόν τον τίτλο είχαν και οι συνήγοροι διαδίκων, παράλληλα με την αρχική έννοια του διαχειριστή/επιτρόπου. Ήταν χαμηλόβαθμοι αλλά συχνά αποκτούσαν μεγάλη ισχύ και περιουσία.
Ταβουλάριος
 Συμβολαιογράφος και ελεγκτής της νομιμότητας των δικαστικών αποφάσεων. Την ίδια περίπου δουλειά έκαναν και οι νοτάριοι αλλά οι ταβουλάριοι ήταν πιο έγκυρο και ανεξάρτητο σώμα. Τον 10ο αι. υπήρχαν 24 ταβουλάριοι στην Κωνσταντινούπολη, στον καθένα από τους οποίους είχε ανατεθεί συγκεκριμένη περιοχή ή περιουσιακή κατηγορία. Ήταν κλειστό επάγγελμα και ο επικεφαλής τους ήταν ο Πριμικήριος των Ταβουλαρίων. Υπήρχαν και δύο Ταβουλάριοι σε κάθε επαρχία, οι οποίοι, συν τοις άλλοις, επικύρωναν τις δικαστικές αποφάσεις και έλεγχαν την νομιμότητα των ενεργειών του επάρχου.
Κόμης Αδμηνσιόνων ή Αδμηνσιονάλιος
 Το αξίωμα υπήρχε επί Ιουστινιανού. Ήταν υπεύθυνος ακροάσεων ή τελετάρχης. Αδμηνσιονάλιος υπήρχε και τον 9ο/10 αι. χωρίς να αναφέρεται στο Κλητορολόγιον. Αναφέρεται όμως εκτενώς από τον Πορφυρογέννητο στο De Ceremonis.
Ο Επάνω του Αρμαμέντου
 Υπεύθυνος εξοπλισμού του στρατού. Αρμαμέντο σημαίνει οπλοστάσιο και γενικά αποθήκη εξοπλισμού και πάσης φύσεως εφοδίων. Στο Χρονικόν του Θεοφάνους αναφέρεται ότι ένας τέτοιος αξιωματούχος –προφανώς σημαντικός– συμμετείχε στη συνωμοσία που ανέτρεψε τον αυτοκράτορα Φωκά το 610. Το αξίωμα αργότερα πρέπει να έχασε αρμοδιότητες από τους διάφορους Λογοθέτες, αλλά συναντούμε έναν Άρχοντα του Αρμαμέντου στα Τακτικά του Λέοντος Στ’ του 9ου αιώνα, ο οποίος ήταν σχετικά χαμηλόβαθμος. Ίσως εκείνη την εποχή να είχε να κάνει μόνο με τα εργαστήρια παραγωγής όπλων.
Ατρικλίνης
 Από το λατ. a triclinis=επί του τρικλίνου. Υπεύθυνος για τους προσκεκλημένους. Βασική δουλειά του να ξέρει με τι σειρά θα προσέλθει και θα καθίσει ο κάθε αξιωματούχος στο βασιλικό τραπέζι. Διότι, όπως το θέτει ο Φιλόθεος, τι αξία έχουν τα αξιώματα και η ζωή αν δεν βλέπει ο κόσμος σε ποια θέση κάθεσαι στο πολυπόθητο τραπέζι των βασιλέων:
«Επιστήμη δείκνυσιν... εν τω τάξει και συστάσει και ακριβεί διαθέσει τας των αξιωμάτων διαφοράς διαστέλλειν. Και γαρ πάσα περηφάνεια βίου ή ένδοξος αξιωμάτων αξία εν ουδενί άλλω τοις ορώσιν ενδείκνυται, αλλ’ ή εν τη κλήσει της προκαθεδρίας της εν τη λαμπρά τραπέζη και περιποθήτω συνεστιάσει των σοφωτάτων ημών βασιλέων.»








Μανώλης Παπαθανασίου, Μάρτιος 2020