Πρώτη Πολιορκία της Ρώμης |
χρόνος: 537-538Μαρ 537-12 Μαρ 538 |
Ανεπιτυχής πολιορκία τής υπό Βυζαντινό έλεγχο Ρώμης από τους Οστρογότθους | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Οστρογότθοι
|
τοποθεσία: Ρώμη
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Πολιορκία |
πόλεμος: Γοτθικός Πόλεμος στην Ιταλία |
σύγχρονη χώρα:
Ιταλία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Ιουστινιανός Α’) | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Στρατηγός Βελισάριος | Βασιλιάς Ουίτιγις (Vitiges) |
Δυνάμεις: | 5.000 (+5.600 ενισχύσεις αργότερα) | περίπου 45.000 |
Απώλειες: |
Ιστορικό πλαίσιο: |
Μετά την εύκολη κατάλυση του βασιλείου των Βανδάλων στη Βόρεια Αφρική, ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον του βασιλείου των Οστρογότθων στην Ιταλία παίρνοντας αφορμή από τη φυλάκιση και δολοφονία της βασίλισσας των Οστρογότθων Αμασούλθας με ηθικό αυτουργό τον εξάδερφό της και συμβασιλέα Θευδάτο. Έτσι στις αρχές του 535, Βυζαντινές δυνάμεις έκαναν εισβολή στην Ιταλία. Ο Βελισάριος επιτέθηκε στη Σικελία με στόλο και 8.000 άντρες, ενώ ο magister militum per Illyricum Μούνδος από τη Δαλματία εισέβαλε με 4.000 άντρες στη Βόρεια Ιταλία. Ο Βελισάριος κατέκτησε τη Σικελία μέσα σε μερικούς μήνες και μετά κινήθηκε προς Βορρά. Τη σοβαρότερη αντίσταση συνάντησε στη Νάπολη την οποία κατέλαβε μετά από δύσκολη πολιορκία τον Νοέμβριο του 536. Η πτώση της Νάπολης πυροδότησε κρίση στους Οστρογότθους που εκθρόνισαν τον Θευδάτο. Νέος βασιλιάς των Οστρογότθων έγινε ο γηραιός στρατηγός Ουίτιγις. Ο Ουίτιγις, με έδρα τη Ραβένα, προσπάθησε να ανασυντάξει το βασίλειο που αντιμετώπιζε προβλήματα και με τους Φράγκους στο Βορρά. Ο Βελισάριος συνέχισε την προέλασή του και έφτασε στη Ρώμη. Μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις, στις 9 Δεκεμβρίου του 536, η Αιώνια Πόλη άνοιξε τις πύλες της και ο Βυζαντινός στρατός μπήκε στην πόλη από την πύλη «Πορτά Ασινάρια» (Porta Asinaria) στη ΝΑ πλευρά των τειχών, την ίδια στιγμή που η Γοτθική φρουρά έφευγε από τη βορινή πύλη Porta Flaminia στο αντιδιαμετρικό σημείο της πόλης. Ο Βελισάριος έχοντας μικρό στράτευμα πλέον, δεν έκρινε φρόνιμο να συνεχίσει την πορεία προς τη Ραβένα. Έτσι έμεινε στη Ρώμη, αλλά δεν εφησύχασε και άρχισε να ετοιμάζεται από την πρώτη μέρα για το ενδεχόμενο πολιορκίας γνωρίζοντας πολύ καλά ότι οι Γότθοι θα επανέρχονταν πολύ σύντομα. Για την υπεράσπιση της Ρώμης, Ο Βελισάριος διέθετε λιγότερους από 5.000 άνδρες, αφού οι υπόλοιποι στρατιώτες του επάνδρωναν φρουρές στη Σικελία και τη νότια Ιταλία. |
Η Μάχη: |
Πολιορκία της Ρώμης 537 Η άμυνα της Ρώμης είχε οργανωθεί καλά, αν και ο Βελισάριος, όπως συνήθιζε, δεν αρκέστηκε σε μια παθητική άμυνα. Κάθε τόσο καταπονούσε τους πολιορκητές με γρήγορες και ξαφνικές εξόδους. Με αυτόν τον τρόπο δεν άφηνε ποτέ τους εχθρούς του να αναπαυτούν, καταφέρνοντας επιπλέον να διατηρήσει ανοικτές τις θαλάσσιες επικοινωνίες για μεγάλο διάστημα. Λόγω του μεγάλου μεγέθους της πόλης, οι Γότθοι δεν την περικύκλωσαν εντελώς, αλλά δημιούργησαν εφτά οχυρωμένα στρατόπεδα, ένα απέναντι από καθεμία από τις κύριες πύλες της Ρώμης. Οι πολιορκητές κατέστρεψαν τα πολυάριθμα υδραγωγεία που έφερναν νερό στην πόλη (που εξυπηρετούσαν την πόλη επί αιώνες και η ζημιά που έγινε τότε δεν αποκαταστάθηκε ποτέ). Στην αρχή της πολιορκίας, οι Γότθοι επιχείρησαν μεγάλες επιθέσεις με χρήση εντυπωσιακών πολιορκητικών μηχανών, όμως οι επιθέσεις αυτές αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά από τους Βυζαντινούς. Οι Γότθοι παρά τη σθεναρή αντίσταση των πολιορκημένων και παρά το γεγονός ότι υπέφεραν από στερήσεις και επιδημίες, στένευαν συνεχώς τον κλοιό, και όταν κατάφεραν να αποκλείσουν τη Ρώμη και από θαλάσσης, οι πολιορκημένοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Οι κάτοικοι άρχισαν να υποφέρουν και φαίνονταν μετανιωμένοι που είχαν συναινέσει στην παράδοση της πόλης στον Βελισάριο. Η γενικευμένη δυσφορία εκφράστηκε κυρίως από τους συγκλητικούς και από την τάξη των ευγενών. Αρκετοί φυλακίστηκαν. Μεταξύ αυτών ήταν και ο πάπας Σιλβέριος. Παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς του Βελισάριου λόγω του αξιώματος τού Σιλβέριου, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε στην Ανατολή, ως ύποπτος συνεργασίας με τους Γότθους. Οι πολυπόθητες ενισχύσεις, περί τις 5.600, έφτασαν τον Νοέμβριο. Τώρα ο Βελισάριος είχε τη δυνατότητα να επιχειρήσει τολμηρότερες ενέργειες. Με συνεχείς επιδρομές στα μετόπισθεν των Γότθων, έπληττε τις γραμμές ανεφοδιασμού τους, καταλαμβάνοντας μάλιστα κάποιες πόλεις και οχυρά σε καίρια σημεία. Έτσι οι Γότθοι μετατράπηκαν από πολιορκητές σε πολιορκημένους, και τον Μάρτιο του 538, μετά από ένα χρόνο και εννέα ημέρες, έλυσαν την πολιορκία, και κατευθύνθηκαν προς τα βόρεια. Ο Βελισάριος τους κατεδίωξε και αφού περίμενε μέχρι που να περάσει ο μισός εχθρικός στρατός από τη Μιλβία γέφυρα, επιτέθηκε στο τμήμα που είχε μείνει πιο πίσω. Ακολούθησε μεγάλη σφαγή των Γότθων, ενώ πολλοί από αυτούς πνίγηκαν στο ποτάμι. |
Αξιοσημείωτα: |
Οι Γοτθικοί Πόλεμοι, και ιδίως η συγκεκριμένη πολιορκία, είχαν καταστροφικές επιπτώσεις στη Ρώμη. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 90% σε περίπου 30.000 μέχρι το έτος 550. Από τα 13 υδραγωγεία που υπήρχαν μέχρι τότε (που επιπροσθέτως εξασφάλιζαν τη λειτουργία των νερόμυλων και συνεπώς την τροφοδοσία της πόλης), μόνο 2 υδραγωγεία επαναλειτούργησαν και η κατοικημένη περιοχή έπεσε στο 10% της έκτασης που είχε την εποχή της ακμής της πόλης. |
Επακόλουθα: |
Η αποτυχία στη Ρώμη ήταν μεγάλη ήττα για τους Γότθους, μετά από την οποία οι Βυζαντινοί πήραν το πάνω χέρι και σύντομα κατέκτησαν μεγάλο μέρος της Ιταλίας. Οι επιτυχίες συνεχίστηκαν μέχρι το 540, όταν ηγέτης των Οστρογότθων ανέλαβε ο Τωτίλα που επωφελούμενος και από την αποχώρηση του Βελισαρίου, κατόρθωσε να αναστρέψει την κατάσταση και να ανακαταλάβει τα περισσότερα εδάφη στη Βόρεια Ιταλία. Η Ρώμη πολιορκήθηκε ξανά το 546 και αυτή τη φορά κατελήφθη από τους Γότθους, αλλά για πολύ λίγο. |
Απόδοση κειμένου στα Ελληνικά σε συνεργασία με Δημοσθένη Λαμπρινάκη |
|