<>
thyreos

Βυζαντινες Μαχες

<>
Άβυδος, 989
Αγροί Κάτωνος, 548
Αγχίαλος (1), 708
Αγχίαλος (2), 763
Αγχίαλος, 917
Άδης, 1057
Αδραμύττιον, 1205
Αδριανούπολη, 324
Αδριανούπολη, 378
Αδριανούπολη, 813
Αδριανούπολη, 1254
Αδριανούπολη, 1369
Αζάζιον, 1030
Αζνανταΐν, 634
Ακροϊνόν, 740
Ακρ. Μερκούριον, 468
Αλεξάνδρεια, 641
Αλεξανδρέτα, 971
Αλτάβα, 578
Άμιδα, 359
Άμιδα, 502-503
Άμιδα, 973
Αμόριον, 838
Ανδρασός, 960
Ανζήν, 838
Ανθηδόνος, 634
Ανίον, 1064
Αντιόχεια, 540
Αντιόχεια, 611
Αντιόχεια, 969
Αντιόχεια Μαιάνδρου,1211
Απάμεια, 998
Απούλια, 1155
Άπρος, 1305
Αράξης, 589
Αρζαμών, 586
Αρίμινον, 538
Αρκαδιούπολις, 970
Αρκαδιούπολις, 1194
Αττάλεια, 1207
Αύξιμος, 539
Αυράσια όρη, 540
Βαβυλών, Αίγυπτος, 640
Βαθυρρύαξ, 872
Βαλάραθος, 591
Βάργυλος, 634
Βασιλικά Θερμά, 979
Βασιλική Λιβάδα, 1050
Βαφεύς, 1302
Βεζούβιος, 553
Βεράτιον, 1281
Βερεγάβα, 759
Βερόη, 1122
Βερσινικία, 813
Βεσκέρα, 682
Βιμινάκιον, 599
Βιτωλίων, 1015
Βολτούρνος, 554
Βόσπορος, 1352
Βουλγαρόφυγον, 896
Βουργάων, 535
Βουσταγάλλορα, 552
Βρινδήσιον, 1156
Γάζακα, 591
Γιαρμούκ, 636
Δαζιμών, 838
Δαμασκός, 634
Δαμιέττη, 853
Δαράς, 530
Δαράς, 573
Δέκιμον, 533
Δημητριάς, 1274
Δημητρίτσι, 1185
Διακενέ, 1050
Διάμπολις, 1049
Διδυμότειχο, 1352
Δορύστολο, 971
Δυρράχιο, 1018
Δυρράχιο, 1081
'Εδεσσα, 1031
Εκατό Βουνοί, 1050
Ελλήσποντος, 324
Έμεσα, 635-636
Επιδρομή Ρως, 860
Επιδρομή Ρως, 941
Επιδρομή Ρως, 1025
Επιδρομή Ρως, 1043
Ερμαία Άκρα, 468
Εχινάδες, 1427
Ζόμπος, 1074
Ηλιούπολις, 640
Ηράκλεια, 806
Θάκια, 545
Θαννούριος, 528
Θάσος, 829
Θεσσαλονίκη, 586
Θεσσαλονίκη, 615
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 676-678
Θεσσαλονίκη, 904
Θεσσαλονίκη, 995
Θεσσαλονίκη, 1014
Θεσσαλονίκη, 1040
Θεσσαλονίκη, 1185
Θεσσαλονίκη, 1224
Θεσσαλονίκη, 1264
Θεσσαλονίκη, 1422-1430
Θωμάς ο Σλάβος, 821-823
Ιερομύαξ, 636
Ιερουσαλήμ, 614
Ιερουσαλήμ, 637
Ιτιές, 377
Καισάρεια, 1073
Καλαβρύη, 1079
Καλλίνικο, 531
Καλλίπολη, 1354
Καλλίπολη, 1366
Κάμπους Αρντιένσις, 316
Κάννες, 1018
Κάβο Μπον, 468
Καπετρου, 1049
Καρχηδών, 698
Καστοριά, 1259
Καστροτζιοβάννι, 859
Κατασύρται, 917
Κεφαλλονιά, 880
Κίβαλι, 316
Κίλλιον, 544
Κλειδίον, 1014
Κλοκότνιτσα, 1230
Κοπίδναδον, 788
Κοτύαιον, 492
Κούνδουρος, 1205
Κρασός, 804
Κρήτη, 824
Κρήτη, 828
Κρήτη, 961
Κτησιφών, 363
Κωνσταντινούπολη, 626
Κωνσταντινούπολη,674-678
Κωνσταντινούπολη,717-718
Κωνσταντινούπολη, 941
Κωνσταντινούπολη, 1047
Κωνσταντινούπολη, 1187
Κωνσταντινούπολη, 1204
Κωνσταντινούπολη, 1235
Κωνσταντινούπολη, 1260
Κωνσταντινούπολη, 1261
Κωνσταντινούπολη, 1422
Κωνσταντινούπολη, 1453
Λαλακάων, 863
Λάρισα, 1084
Λεβούνιον, 1091
Λήμνος, 1025
Λιπάρες, 880
Στήλαι, 880
Μακρύπλαγι, 1264
Μάμμης, 534
Μαντζικέρτ, 1071
Μαοζαμάλχα, 363
Μαράνγκα, 363
Μαρκέλλαι (1), 756
Μαρκέλλαι (2), 792
Μαρκιανούπολις, 377
Μάρτα, 547
Μαρτυρόπολις, 588
Μαυροπόταμος, 844
Μεδιόλανον, 539
Μελαντιάς, 559
Μελιτηνή, 576
Μέμβρησα, 536
Μεσσίνα, 843
Μιλάνο, 539
Μιλβία Γέφυρα, 312
Μπίτολα, 1015
Όρος Σέλευκος, 353
Μοντεπελόζο, 1041
Μοντεματζιόρε, 1041
Μοράβας, 1191
Μούρσα, 351
Μούτα, 629
Μουκέλλιν, 542
Μπαρ, 1042
Μπάρι, 1068-1071
Βερζιτία, 774
Μπρίντιζι, 1156
Μπροκάρ, 634
Μυριοκέφαλον, 1176
Νάπολη, 536
Νέαι Πάτραι, 1274
Νίκαια, 1077
Νίκαια, 1097
Νίκαια, 1328-1331
Νικίου, 646
Νικομήδεια, 782
Νικομήδεια, 1331-1337
Νινευί, 627
Νίσιβις (1), 338
Νίσιβις (3), 350
Νοβιοντούνουμ, 369
Νταδίν, 634
Νταμιέτα, 853
Ντεβίνα, 1279
Noviodunum, 369
Ολιβέντο, 1041
Ονγκάλ, 680
Ορόντης, 994
Όστροβο, 1043
Ούτους, 447
Όφλιμος, 622
Παγκάλεια, 978
Παλακατσίς, 1021
Παλέρμο, 830-831
Πεδιάδα Άρδα, 316
Πελαγονία, 1015
Πελαγονία, 1259
Πελεκάνος, 1329
Περκρί, 1034
Πέτρα, 551
Πετρόης, 1057
Πηγαί, 922
Πηνειού, 1084
Πιρισαμπόρα, 363
Πλίσκα, 811
Ποιμανηνόν, 1224
Πόσων, 863
Πρεσλάβα, 1053
Πρίνιτσα, 1263
Προύσα, 1317-1326
Πύλες Τραϊανού, 986
Ρίμινι, 538
Ρίσκι, 759
Ρόδος, 1249
Ρόδος, 1309
Ρομέττα, 964
Ρομέττα, 1038
Ρουσόκαστρο, 1332
Ρύνδακος, 1211
Ρώμη (1), 537-538
Ρώμη (2), 545 - 546
Σάβος/Σάβα, 388
Σαμάρα, 363
Σάρδεις, 743
Σαρδική, 809
Σάταλα, 530
Σβιντάξ, 1022
Σεβάστεια, 1070
Σεβαστούπολη, 692
Σένα Γκάλικα, 551
Σενιγκάλλια, 551
Σερδική, 809
Σέτινα, 1017
Σίγγαρα, 344
Σιδηρά Γέφυρα, 637
Σίλλυον, 677
Σιρίμνι, 1021
Σίρμιον, 441
Σίρμιον, 580-582
Σίρμιον, 1167
Σίφριος, 503
Σκάλας Βέτερες, 537
Σκαφίδας, 1304
Σολάχων, 586
Σουφετούλα, 647
Σπερχειός, 997
Στρώμνιτσα, 1014
Στρούμβιτσα, 1014
Συρακούσες, 827-828
Συρακούσες, 877-878
Ταγίναι, 552
Ταορμίνα, 902
Ταρσός, 965
Τορνίκιος, 1047
Τριάβνα, 1190
Τρικάμαρον, 533
Τροίνα, 1040
Υέλιον & Λειμμόχειρ, 1177
Φαβέντια, 542
Φάρος, 1043
Φάρσαλα, 1277
Φιλαδέλφεια, 1390
Φιλομήλιον, 1117
Φιράζ, 634
Φοίνιξ, 655
Φορίνο, 663
Φρίγδος, 394
Χαλέπι, 637
Χαλέπι, 962
Χαλέπι, 969
Χαριούπολις, 1051
Χερσόνησος, 447
Χρυσούπολη, 324
  4 ος    αιών
  5 ος    αιών
  6 ος    αιών
  7 ος    αιών
  8 ος    αιών
  9 ος    αιών
10 ος    αιών
11 ος    αιών
12 ος    αιών
13 ος    αιών
14 ος    αιών
15 ος    αιών

Aspis

Μάχη της Πελαγονίας

(Μάχη της Καστοριάς)
χρόνος:

1259

Σεπτέμβριος 1259
Βυζαντινή νίκη που συνετέλεσε στην αναγέννηση του Βυζαντίου μετά την άλωση του 1204 ★ ★ ★ ★ ★
εχθρός:
Έλληνες & Λατίνοι
τοποθεσία:
Η ακριβής τοποθεσία δεν είναι γνωστή. Πιθανόν στη Βόρειο Ελλάδα, κοντά στην Καστοριά ή στη Μπίτολα της FYROM
 ακρίβεια θέσης: ●●●●●
τύπος μάχης:
Μάχη εκ Παρατάξεως
πόλεμος:
Πόλεμοι Βυζαντινών Νικαίας-Λατίνων
σύγχρονη χώρα:
Ελλάδα
  Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ.  Ιωάννης Δ' Δούκας Λάσκαρης) Οι Εχθροί
Επικεφαλής: Σεβαστοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος Μιχαήλ Β’ Δεσπότης της Ηπείρου, Γουλιέλμος Β’ της Αχαΐας
Δυνάμεις: περίπου 6.000 Άγνωστο αλλά ήταν περισσότεροι
Απώλειες:

Ιστορικό πλαίσιο:
Ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Θεόδωρος Β’ Λάσκαρης απεβίωσε το 1258 και τον διαδέχτηκε ο οκτάχρονος γιος του Ιωάννης Δ’ Λάσκαρης. Ο ικανότατος Μιχαήλ Παλαιολόγος έγινε αντιβασιλέας του ανήλικου Ιωάννη Δ’ και ασκούσε την εξουσία στο κρατίδιο της Νίκαιας έχοντας πάρει ανεπίσημα, από τον Ιανουάριο του 1259, και τον τίτλο του συμβασιλέα (το 1261 θα στεφθεί αυτοκράτωρ στην Αγία Σοφία, ως Μιχαήλ Η’, παραγκωνίζοντας οριστικά τον Ιωάννη Λάσκαρη).

Όπως συνέβαινε συχνά εκείνη την περίοδο, ο θάνατος ενός ισχυρού βασιλιά (εν προκειμένω του Θεοδώρου Β’) άνοιγε την όρεξη σε γείτονες και εχθρούς να επανέλθουν σε παλιότερες διεκδικήσεις. Έτσι, ο απρόβλεπτος Δεσπότης της Ηπείρου Μιχαήλ Β’ Κομνηνός Δούκας θυμήθηκε τις παλιές βλέψεις του για επέκταση σε Μακεδονία και Θράκη. Εξάλλου ήδη από το 1257, όταν ο Θόδωρος Β’ ήταν άρρωστος και ανήμπορος, είχε επιτεθεί και είχε πάρει πίσω κάποιες πόλεις από τους Νικαιώτες.
Το 1258 ο Μιχαήλ Β’ συνήψε συμμαχία με τον Γερμανό βασιλιά της Σικελίας Μανφρέδο και με τον Πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμο Β’ Βιλλεαρδουίνο. Η συμμαχία επισφραγίστηκε το 1259 με τους γάμους των δύο θυγατέρων τού Μιχαήλ Β’ με τους συμμάχους ηγεμόνες: Η Ελένη Αγγελίνα παντρεύτηκε τον Μανφρέδο και η Άννα Αγγελίνα παντρεύτηκε τον Βιλλεαρδουίνο (όπως λέει το Χρονικόν: «Απ᾿ αύτην την συμπεθερίαν επλήθυνε η αγάπη ανάμεσον του πρίγκιπος κ᾿ εκεινού του Δεσπότου»).
Η συμμαχία αυτή φαινόταν λίαν επωφελής για όλα τα μέρη, καθώς εξυπηρετούσε τις πολιτικές επιδιώξεις και των τριών, καθώς και τον ανομολόγητο πόθο που είχε ο καθένας από αυτούς ξεχωριστά για τον θρόνο της Κωνσταντινούπολης, δεδομένου ότι η Λατινική αυτοκρατορία έπνεε πλέον τα λοίσθια.

Μια από τις πρώτες ενέργειες του Μιχαήλ Παλαιολόγου, πριν ακόμα γίνει συμβασιλεύς, ήταν να στείλει διπλωματική αντιπροσωπεία υπό τον Θεόδωρο Φίλη στον δεσπότη Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου με προτάσεις για ειρηνική συνύπαρξη των δύο ελληνικών κρατιδίων και για επαναφορά των συνόρων όπως είχαν καθοριστεί επί Βατάτζη το 1252. (Κυρίως όμως τον προβλημάτιζε το προφανές, ότι η συμμαχία των τριών στρεφόταν κατά κύριο λόγο κατά της Νίκαιας.)
Ο Δεσπότης της Ηπείρου φέρθηκε με σκαιότητα στους πρέσβεις της Νίκαιας και τους έδιωξε με απειλές και ύβρεις κατά του Παλαιολόγου. Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος έστειλε πρέσβεις και στους Μανφρέδο, Βιλλεαρδουίνο. Οι επαφές αυτές υπήρξαν το ίδιο άκαρπες.

Η αποτυχία των διπλωματικών προσπαθειών σήμαινε ότι αργά ή γρήγορα θα γινόταν πόλεμος. Ο Μιχαήλ Παλαιολόγος προτίμησε να μην περιμένει να του επιτεθούν, και ανέθεσε στον αδερφό του, τον σεβαστοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο, ο οποίος περίμενε διαταγές στη Θεσσαλονίκη, να ηγηθεί άμεσα εκστρατείας στα δυτικά.

Ο Ιωάννης Παλαιολόγος μαζί με τον μέγα δομέστικο Αλέξιο Στρατηγόπουλο είχαν ετοιμάσει ήδη ένα στράτευμα και κατευθύνθηκαν ταχύτατα προς τη δυτική Μακεδονία στρατολογώντας στην πορεία όποια μονάδα έβρισκαν διαθέσιμη. Ο Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου που βρισκόταν στην Καστοριά αιφνιδιάστηκε από την προέλαση των Νικαιωτών και εγκατέλειψε κακήν κακώς την περιοχή υποχωρώντας προς Αυλώνα. Μάλιστα, ο στρατός του είχε κάποιες αδικαιολόγητες απώλειες καθώς αναγκάστηκε να κινηθεί άτακτα μέσα από τα βουνά και τα φαράγγια της Αλβανίας.
Μετά την Καστοριά, ο σεβαστοκράτωρ Ιωάννης κινήθηκε εναντίον της Αχρίδας την οποία είχε προετοιμαστεί για να την πολιορκήσει, αλλά η πόλη συνθηκολόγησε και παραδόθηκε πρόθυμα. Στη συνέχεια πολιόρκησε τη Δεάβολη, όπου συνάντησε μεγαλύτερη αντίσταση και αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τις πολιορκητικές μηχανές που κουβαλούσε μαζί του. Τελικά αυτή η πόλη της βορείου Ηπείρου παραδόθηκε, όπως και μερικές ακόμα που ανήκαν στο Δεσποτάτο.

Ο Μιχαήλ κάλεσε σε βοήθεια τους συμμάχους του: Ο Μανφρέδος ανταποκρίθηκε στέλνοντας 400 κατάφρακτους Γερμανούς ιππότες (ο ίδιος όμως δεν ήρθε, αντίθετα από τα αναφερόμενα από κάποιους Βυζαντινούς ιστορικούς). Ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος έφτασε ηγούμενος αυτοπροσώπως ενός στρατού Φράγκων φέρνοντας μαζί του σχεδόν όλους τους βαρόνους του Πριγκιπάτου, αλλά και άλλους Φράγκους άρχοντες από τη Στερεά και την Εύβοια.
Οι Ηπειρώτες ήταν ο κύριος όγκος της συμμαχικής δύναμης με επικεφαλής τον δεσπότη Μιχαήλ Β’, τον οποίο συνόδευαν οι δυο γιοι του ο Νικηφόρος Α’ και ο Ιωάννης Α’ Δούκας Κομνηνός. Ο τελευταίος ήταν παντρεμένος με μια Βλάχα πριγκίπισσα από τη Θεσσαλία και είχε φέρει μαζί του ένα πολύ αξιόμαχο σώμα από Βλάχους πολεμιστές.

Οι Γερμανοί του Μαφρέδου, οι Φράγκοι του Βιλλεαρδουίνου και οι δυνάμεις των Ηπειρωτών συνέκλιναν προς τα βορειοδυτικά για να αντιμετωπίσουν τον σεβαστοκράτορα Ιωάννη. Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κάπου βόρεια από την Καστοριά σε μια περιοχή που από την αρχαιότητα ονομαζόταν «Πελαγονία» (και που σήμερα είναι μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας).

Σύμφωνα με το «Χρονικόν του Μορέως», τη δύναμη της Νίκαιας αποτελούσε ένα σώμα στρατολογημένων Ρωμιών (και λίγων Βουλγάρων) ενισχυμένο με 2.000 Κουμάνους ελαφρούς ιπποτοξότες («ομπρός εκαβαλλίκευαν τον τόπον να αποσκεπάζουν»), 300 Γερμανούς ιππότες («Αλλαμμάνοι» με αρχηγό τον «Δούκαν ντε Καρεντάνε» –μάλλον φανταστικό πρόσωπο), 1500 Ούγγρους, 600 Σέρβους, 1500 Τούρκους και λίγους Βλάχους. Υποτίθεται ότι διέθεταν 27 αλλάγια ιππικού («είκοσι εφτά ευρέθησαν αλλάγια καβαλλάροι»)

Η μόνη πηγή που δίνει στοιχεία για τον αριθμό των συμμαχικών δυνάμεων είναι η αραγωνέζικη εκδοχή του Χρονικού του Μορέως, σύμφωνα με την οποία το φουσάτο του Βιλλεαρδουίνου το αποτελούσαν 8.000 ιππότες και 12.000 ελαφρότερα οπλισμένοι στρατιώτες, υπό την ηγεσία 20 βαρόνων. Ο στρατός των Ηπειρωτών ήταν 8.000 ιππείς και 18.000 ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες.
Πάντως όλοι αυτοί οι αριθμοί θεωρούνται από τους σύγχρονους ιστορικούς υπερβολικοί. Η πραγματική δύναμη των στρατευμάτων της Νίκαιας εκτιμάται ότι ήταν περί τους 6.000 άνδρες, ενώ ο στρατός των Ηπειρωτών/Φράγκων ήταν λίγο μεγαλύτερος. Σε κάθε περίπτωση, είναι αξιοσημείωτο πόσο απίστευτα ετερόκλητη ήταν η σύνθεση των δύο στρατευμάτων, αλλά αυτό ήταν ο κανόνας, ειδικά από τον 11ο αιώνα και μετά.

Η Μάχη:
Πελαγονία
Ο σεβαστοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος είχε λάβει από τον αδερφό του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ οδηγίες να αποφύγει, αρχικά, κατά μέτωπο εμπλοκή με τους ισχυρούς αντιπάλους του, και να εφαρμόσει τακτική συνεχούς παρενόχλησης, εκμεταλλευόμενος την ευελιξία των Κουμάνων και του υπόλοιπου ελαφρού ιππικού. Το βαρύ Βυζαντινό ιππικό παρέμεινε κρυμμένο στα γύρω βουνά, ενώ οι ιπποτοξότες δεν άφηναν μέρα-νύχτα σε ησυχία τους αντιπάλους, επιτιθέμενοι διαρκώς και εμποδίζοντας συστηματικά τον ανεφοδιασμό τους και το πότισμα των αλόγων.

Επίσης, ο σεβαστοκράτορας, μάζεψε τους ντόπιους αγρότες και τις οικογένειές τους και τους αράδιασε μαζί με τα υποζύγια τους στις κορυφές των γύρω λόφων, έτσι ώστε από μακριά να δίνουν την εντύπωση μεγάλου στρατού. Όταν έπεφτε το βράδυ, όλοι αυτοί άναβαν φωτιές και χαλούσαν τον κόσμο με τις φωνές τους.

Όπως αφηγείται το Χρονικόν, ο Ιωάννης :
Ως φρόνιμος και πονηρός όπου ήτον εις τα πάντα, ώρισε εις όλα τα χωρία και ήλθαν οι χωριάτες
κ᾿ εφέραν τα φοράδια τους, βοΐδια κι αγελάδια κι όσα ονικά κι αν είχασιν εκεί τα ηφέραν όλα·
όλα τα εκαβαλλίκευαν απάνω εκ τα βουνία, κ᾿ εφαίνονταν από μακρά ότ᾿ ήσαν καβαλλάροι.
Και πάσα εσπέρα ανάβγασιν ο κατά εις ηστιάν του, και φαίνονταί σου τα βουνία κ᾿ οι κάμποι ότι όλοι καιόνται.
Κι απαύτου πάλε ώρισεν μικρούς τε και μεγάλους, ούτως και τα φουσσάτα του ωσάν και των χωριάτων,
ομοφώνως και μιάν φωνήν στριγγίτσαν κι εφωνάζαν· και φαίνεταί σου ότι βροντές τον κόσμον εταράττων.
Η κρίσιμη εξέλιξη σημειώθηκε την προηγούμενη νύχτα της μάχης, όταν ο δεσπότης Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου αποχώρησε!!! Μαζί έφυγε και ο γιος του Νικηφόρος και κάποιοι έμπιστοι. Το επόμενο πρωί, όταν οι στρατιώτες του έμαθαν τα νέα, λιποτάκτησαν κι αυτοί, ενώ ο άλλος του γιος, ο Ιωάννης, ένωσε τις πολύ υπολογίσιμες δυνάμεις του (κυρίως Βλάχοι) με τον στρατό της Νίκαιας! Έτσι, οι Φράγκοι έμειναν μόνοι τους.

Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για τον λόγο που ο δεσπότης Μιχαήλ ξαφνικά τα παράτησε:
Εκδοχή 1η: Ο δεσπότης συνειδητοποίησε ότι εκείνη η τεράστια κινητοποίηση των Φράγκων, σε συνδυασμό με την επικείμενη συντριβή των Βυζαντινών της Νίκαιας, θα άφηναν τους Φράγκους κυρίαρχους σε όλη την Ελλάδα και τον ίδιο έρμαιο των διαθέσεών τους.
Εκδοχή 2η: Σύμφωνα με την αφήγηση του Χρονικού, ο σεβαστοκράτορας έστειλε έναν ξύπνιο χωρικό στον Μιχαήλ Β’ για να τον παραπλανήσει περιγράφοντας με τον πιο πειστικό τρόπο τις τεράστιες δυνάμεις που είχαν οι Νικαιώτες. Αυτό τρομοκράτησε τον δεσπότη (που ούτως ή άλλως πάντα φοβόταν τις μάχες).
Εκδοχή 3η: Η επικρατέστερη εκδοχή έχει να κάνει με τον Ιωάννη Α’ Κομνηνό Δούκα, τον νόθο γιο του Μιχαήλ Β’, ο οποίος είχε παραπονεθεί στον πατέρα του ότι κάποιοι Φράγκοι είχαν συμπεριφερθεί με ανάρμοστο τρόπο στην ωραιοτάτη Βλάχα σύζυγό του. Ο Μιχαήλ Β’ τον ειρωνεύθηκε και του απάντησε ότι δεν είχε δικαίωμα να παραπονιέται για τέτοια θέματα όντας ο ίδιος νόθος. Αυτό πείραξε πολύ, όπως ήταν φυσικό, τον Ιωάννη που αποφάσισε να φύγει εκείνη τη στιγμή και να αυτομολήσει στους Βυζαντινούς της Νίκαιας. Μετά από αυτήν την εξέλιξη, που του στερούσε ένα σημαντικό μέρος του στρατού του, ο φοβιτσιάρης Μιχαήλ Β’ αποφάσισε να φύγει κι αυτός μαζί με τους δικούς του.

Όπως και να ‘χει, την ημέρα της μάχης οι Φράγκοι βρέθηκαν μονάχοι να πολεμήσουν εναντίον των Ελλήνων της Νίκαιας. Ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος το σκεφτόταν σοβαρά να σηκωθεί να φύγει κι αυτός, αλλά κάποιοι βαρόνοι με προεξάρχοντα τον θηριώδη βαρόνο της Καρύταινας Γοδεφρείδο ντε Μπρυγέρ (Geoffroy de Bruyères), αντέδρασαν υποστηρίζοντας ότι ήταν θέμα τιμής γι’ αυτούς να μείνουν και να δώσουν μάχη. Το Χρονικόν αφηγείται διάφορα ηρωικά και ιπποτικά σχετικά με τα υψιπετή κίνητρα των Φράγκων, αλλά η αλήθεια είναι ότι βασικά οι Φράγκοι επέμεναν επειδή υποτιμούσαν ανέκαθεν τους Έλληνες που τους θεωρούσαν υποδεέστερους πολεμιστές.

Την ημέρα της μάχης, ο σεβαστοκράτορας παρέταξε το στρατό του ως εξής: την εμπροσθοφυλακή αποτέλεσαν οι Κουμάνοι, από πίσω τοποθετήθηκαν οι Γερμανοί ιππότες και οι Ούγγροι, μετά οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι και τέλος οι Βυζαντινοί και οι Τούρκοι
Ο σχηματισμός του στρατού των Φράγκων ήταν 3 φάλαγγες ιππέων ακολουθούμενες από δύο φάλαγγες πεζών.

Οι Φράγκοι ιππότες έκαναν μια από τις συνηθισμένες θυελλώδεις επελάσεις τους στοχεύοντας τους Γερμανούς μισθοφόρους της Νίκαιας που ήταν το επίλεκτο τμήμα του στρατού των Βυζαντινών. Ο επικεφαλής Γερμανός δούκας σκοτώθηκε από τον βαρόνο της Καρύταινας που θέριζε τους αντιπάλους του δίκην χλόης εν λειμώνι. Η μονάδα των Γερμανών μισθοφόρων σχεδόν εξοντώθηκε. Όμως οι Κουμάνοι και Ούγγροι ιπποτοξότες με βολές κατά ριπάς σκότωσαν τα άλογα των Φράγκων, στερώντας από τους ιππότες το δυνατό τους σημείο που ήταν η έφοδος του ιππικού. Οι πεζοί στρατιώτες της Αχαΐας όταν είδαν την κατάρρευση του ιππικού τράπηκαν σε φυγή και οι ιππότες με τις βαριές πανοπλίες παραδόθηκαν.
Ο πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος διέφυγε και κρύφτηκε σε μια κοντινή θημωνιά, όπου σύντομα έγινε αντιληπτός και αιχμαλωτίστηκε. Οι Φράγκοι είχαν βαριές απώλειες και οι περισσότεροι από τους επιβιώσαντες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Κάποιες λίγες ομάδες που υποχώρησαν οργανωμένα εξοντώθηκαν από τους Βλάχους της Θεσσαλίας. Τελικά οι μόνοι που επέστρεψαν στον Μοριά ήταν οι αιχμάλωτοι μετά από καταβολή λύτρων και άλλων ανταλλαγμάτων.

Επακόλουθα:
Η νίκη ήταν πολύ σημαντική γιατί ανέτρεψε σε μεγάλο βαθμό την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί την πρώτη περίοδο της Φραγκοκρατίας.
Ο Γουλιέλμος απελευθερώθηκε το 1262 αφού παρέδωσε τα κάστρα του Μυστρά, της Μεγάλης Μαΐνης και της Μονεμβασίας και συμφώνησε να γίνει υποτελής του Βυζαντίου. Σύντομα καταπάτησε τη συμφωνία, αλλά ο Μυστράς και τα υπόλοιπα κάστρα συνετέλεσαν στην αναγέννηση του Βυζαντίου στον Μοριά.
Η ανακατάληψη της Πόλης το 1261 θεωρείται έμμεση συνέπεια αυτής της μάχης.