Δεύτερη Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης |
χρόνος: 717-718 |
Ανεπιτυχής και ολέθρια για τους Άραβες πολιορκία της Κωνσταντινούπολης | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Άραβες (Ομμαϋάδες)
|
τοποθεσία: Κωνσταντινούπολη
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Πολιορκία |
πόλεμος: Πρώιμοι Αραβικοί Πόλεμοι |
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Λέων Γ' ο Ίσαυρος) | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Αυτοκράτωρ Λέων Γ’ | Μασλaμάς (Μασλαμά Ιμπν Αμπντ αλ-Μαλίκ) |
Δυνάμεις: | 30.000 Βυζαντινοί & 50.000 Βούλγαροι ιππείς | 80.000 με 120.000 + 2560 πλοία |
Απώλειες: | 2555 πλοία και σχεδόν όλος ο στρατός χάθηκαν |
Ιστορικό πλαίσιο: |
Μετά από την πρώτη Αραβική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (674 – 678), οι Άραβες, παρά την αποτυχία, δεν εγκατέλειψαν τις φιλοδοξίες τους να κατακτήσουν την Πόλη. Στο Βυζάντιο γνώριζαν από καιρό ότι οι Άραβες οργάνωναν μεγάλη επίθεση και είχαν κάνει εγκαίρως προετοιμασίες για να αντέξουν σε μακρόχρονη πολιορκία. Ένας από τους λόγους που ο Αυτοκράτορας Λέων Γ’ είχε πάρει τον θρόνο ήταν επειδή οι προκάτοχοί του δεν είχαν τα προσόντα να διαχειριστούν την επικείμενη εισβολή. Το 717 μια δύναμη 80.000 ανδρών, υπό την ηγεσία του Μασλαμά ιμπν Αμπντ αλ-Μαλίκ («Μασλαμάς» ή «Μωσλεμάς» για τους Έλληνες), διέπλευσε τον Ελλήσποντο από τη Μικρά Ασία για να πολιορκήσει την Κωνσταντινούπολη από ξηράς, ενώ ένας τεράστιος στόλος από αραβικές γαλέρες διοικούμενος από τον ναύαρχο Σουλεϊμάν, με 1.800 πλοία, εισέπλευσε στη Θάλασσα του Μαρμαρά, στα νότια και ανατολικά της Πόλης. Όμως, οι Βυζαντινοί ήταν καλά προετοιμασμένοι. Είχαν ένα τρομερό όπλο, το υγρό πυρ, απέναντι στο οποίο οι Άραβες δεν μπορούσαν να αμυνθούν. Επιπροσθέτως, είχαν έναν σύμμαχο που αποδείχθηκε πολύτιμος: τους Βουλγάρους. Οι Βούλγαροι, που είχαν αποκαταστήσει τις σχέσεις τους με τους Βυζαντινούς ένα χρόνο πριν με τον Χαν Τέρβελ, όταν έμαθαν για την εισβολή των μωαμεθανών, προσέτρεξαν σε βοήθεια της πολιορκούμενης Πόλης, και παρενοχλούσαν συνεχώς τα μετόπισθεν των πολιορκητών. Ο ιστορικός Νόργουϊτς παρατηρεί: «οι Βούλγαροι δεν αγαπούσαν τους Βυζαντινούς, αλλά προτιμούσαν αυτούς από τους άπιστους και ήταν σε κάθε περίπτωση πεπεισμένοι ότι εάν η Κωνσταντινούπολη έπεφτε, θα έπρεπε να πέσει σε χέρια Βουλγάρων και όχι Αράβων». |
Η Μάχη: |
τα τείχη της Κωνσταντινούπολης Στις 1 Σεπτεμβρίου του 717 κατέπλευσε στην Προποντίδα και ο μουσουλμανικός στόλος με 1.800 πλοία. Ο Λέων Γ’ βλέποντας τα εχθρικά πλοία σε πυκνή διάταξη και να παρασύρονται εν μέσω νηνεμίας από το ρεύμα του Βοσπόρου, διέταξε τον βυζαντινο στόλο να επιτεθεί. Οι Άραβες δεν είχαν ιδέα τι ους επεφύλασσε το νέο όπλο των Βυζαντινών. Οι απώλειες που επέφερε το υγρό πυρ ήταν πρωτοφανείς και οι εχθροί τρομοκρατήθηκαν «τὴν τοῦ ὑγροῦ πυρὸς ἐγνωκότες δραστικωτάτην ἐνέργειαν». Λίγο αργότερα, το φθινόπωρο του 717, το Βουλγαρικό ιππικό έκανε την εμφάνισή του στα δυτικά. Οι Άραβες αιφνιδιάστηκαν από τον νέο αντίπαλο που δεν τον περίμεναν. Η Βουλγαρική επίθεση προξένησε σημαντικές απώλειες στους Μουσουλμάνους. Αναθαρρώντας οι Βυζαντινοί άνοιξαν τις πύλες και έκαναν έξοδο προσπαθώντας να σπάσουν την πολιορκία, αλλά ανακόπηκαν στα Αραβικά ορύγματα και αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν. Το σκηνικό αυτό επαναλήφθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της πολιορκίας. Η Βουλγαρική απειλή στα μετόπισθεν των Αράβων τους ανάγκασε να κατασκευάσουν οχυρώσεις και κατά των Βουλγάρων. Έτσι βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση ευρισκόμενοι σε μια λεπτή λωρίδα γης, μεταξύ οχυρωματικών έργων, η οποία δεχόταν επιθέσεις από αμφότερες τις πλευρές. Ο χειμώνας 717-718 ήταν «ο χειρότερος χειμώνας που μπορεί κάποιος να θυμηθεί». Η Κωνσταντινούπολη εφοδιαζόταν μέσω Μαύρης Θαλάσσης και δεν υπέφερε ιδιαίτερα από έλλειψη εφοδίων, σε αντίθεση με τους Άραβες πολιορκητές στην ξηρά, οι οποίοι υπέφεραν από το φοβερό κρύο, από ασθένειες και από πείνα, τόσο που αναγκάσθηκαν να τρώνε τις ίδιες τις καμήλες τους, τα άλογα, τα γαϊδούρια και ακόμη και πέτρες και τις σωρούς των νεκρών. Πολλοί άνθρωποι και πολλά ζώα πέθαναν από το ψύχος. Το έδαφος ήταν σκεπασμένο από παγωμένο χιόνι επί 100 μέρες και οι Άραβες αναγκάζονταν να ρίχνουν τους νεκρούς τους στη θάλασσα του Μαρμαρά. Την άνοιξη κατέπλευσε ένας Αιγυπτιακός στόλος 400 πλοίων και ένας άλλος από τη βόρεια Αφρική με 360 πλοία με ενισχύσεις και εφόδια. Οι στόλοι αυτοί προσπάθησαν να κρατήσουν την παρουσία τους όσο το δυνατό κρυφή καθώς είχαν πληροφορηθεί την τρομακτική ισχύ των Βυζαντινών στη θάλασσα. Έτσι αγκυροβόλησαν σε έναν απομακρυσμένο κόλπο στη μικρασιατική ακτή. Όμως έγιναν αντιληπτοί γιατί προδόθηκαν από Αιγυπτίους χριστιανούς ναύτες που αυτομόλησαν μαζικά στους Βυζαντινούς. Ο Βυζαντινός στόλος επιτέθηκε ξανά και κατέστρεψε μεγάλο μέρος και από αυτήν την αρμάδα που πάντως είχε προφτάσει να ξεφορτώσει κάποια εφόδια και αυτό έδωσε τη δυνατότητα στους πολιορκητές να κάνουν νέες εφόδους κατά της Πόλης, χωρίς όμως να καταφέρουν τίποτα. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το στρατόπεδο των Αράβων υπέφερε μετά την άνοιξη και από κάποια επιδημία που τους αποδεκάτιζε. Κάτω από αυτές τις εφιαλτικές συνθήκες, έχοντας ήδη βαριές απώλειες, εξουθενωμένοι από τις συνεχείς μάχες, αποδεκατισμένοι από αρρώστιες και πείνα, με καταρρακωμένο το ηθικό από το επιθετικό αδιέξοδο, τον Ιούλιο του 718 οι Άραβες προσπάθησαν να αποσυρθούν στα πλοία τους. Καθώς όμως προσπαθούσαν να απαγκιστρωθούν από τις θέσεις τους στην ξηρά, δέχτηκαν νέα επίθεση από τους Βούλγαρους ιππείς. Οι χρονικογράφοι της εποχής αναφέρουν ότι 22.000 με 32.000 Άραβες φονεύθηκαν σε εκείνη την τελευταία Βουλγαρική επίθεση. Η πολιορκία λύθηκε στις 15 Αυγούστου του 718, ακριβώς έναν χρόνο μετά την έναρξή της. Οι ταλαιπωρημένοι πολιορκητές επιβιβάστηκαν όπως όπως στα εναπομείναντα πλοία, όμως κατά την αναχώρησή τους μια μεγάλη καταιγίδα, μέσα στην Προποντίδα, βύθισε τα περισσότερα πλοία. Τελικά, μετά και από μία νέα τρικυμία στο Αιγαίο, μόνο πέντε γαλέρες γλύτωσαν και μπόρεσαν να επιστρέψουν στη Συρία. Όλος ο υπόλοιπος στόλος καταστράφηκε. Σύμφωνα με μουσουλμανικές πηγές, οι Άραβες σε αυτήν την πολιορκία έχασαν 2.500 πλοία και 150.000 άντρες (σήμερα πιστεύεται ότι οι απώλειες ήταν 80.000-120.000) |
Αξιοσημείωτα: |
Υπάρχει η υπόνοια ότι η δεύτερη καταιγίδα στο Αιγαίο που αποτελείωσε τον Αραβικό στόλο κατά την υποχώρησή του δεν ήταν στην πραγματικότητα μια συνηθισμένη τρικυμία, αλλά έκρηξη κάποιου ηφαιστείου, επειδή κατά τον Θεοφάνη «ἐπῆλθεν αὐτοῖς θεομηνία φοβερά· χάλαζα γὰρ πύρινος κατελθοῦσα ἐπ' αὐτοὺς τὸ ὕδωρ τῆς θαλάσσης καχλάσαι πεποίηκεν, καὶ τῆς πίσσης λυθείσης, αὔτανδροι αἱ ναῦς εἰς βυθὸν κατηνέχθησαν». |
Επακόλουθα: |
Ήταν μια κοσμοϊστορικής σημασίας νίκη για το Βυζάντιο, ενώ για τους Άραβες ήταν μεγάλο πλήγμα. Η πολιορκία του 717-718 σηματοδοτεί το τέλος της εποχής της συνεχούς επέκτασης των Αράβων και την αποσόβηση του εξ ανατολών κινδύνου για την Ευρώπη. Η πολιορκία του 717-718 πιστεύεται ότι ήταν η μεγαλύτερη στρατιωτική νίκη του Βυζαντίου. |
Απόδοση κειμένου στα Ελληνικά σε συνεργασία με Δημοσθένη Λαμπρινάκη |
|