Πρώτη Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης |
χρόνος: 674-678 |
Πρώτη ανεπιτυχής –και μεγάλης διαρκείας– πολιορκία της Πόλης από τους Άραβες | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Άραβες (Ομμαϋάδες)
|
τοποθεσία: Κωνσταντινούπολη
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Πολιορκία |
πόλεμος: Πρώιμοι Αραβικοί Πόλεμοι |
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Κωνσταντίνος Δ') | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Δ’ | Διάφοροι |
Δυνάμεις: | Ίσως περί τους 40.000 | πολύ περισσότεροι |
Απώλειες: |
Ιστορικό πλαίσιο: |
Το 661 τελείωσε ο αραβικός εμφύλιος πόλεμος και χαλίφης έγινε ο Μωαβίας Α’ (εξελληνισμένη απόδοση του Μουαουίγια ιμπν Αμπί Σουφυάν). Ο Μωαβίας ήταν ο ιδρυτής και ο πρώτος χαλίφης της δυναστείας των Ομεϋαδών ή Ομαγιάδων. Η έδρα του νέου χαλίφη δεν ήταν πλέον η Μεδίνα, αλλά η Δαμασκός στη Συρία. Λίγο μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, ο Μωαβίας παραβίασε την εκεχειρία με το Βυζάντιο (που διήρκεσε μόλις λίγα χρόνια). Σχεδόν από την αρχή, έγινε φανερό ότι ο αντικειμενικός στόχος του ήταν η βυζαντινή πρωτεύουσα, η Κωνσταντινούπολη. Από το 662, ορδές Μουσουλμάνων άρχισαν να κάνουν επιδρομές και να παραμένουν σε βυζαντινό έδαφος δυτικά του όρους Ταύρος, που ήταν τα ανατολικά σύνορα. Από τότε το καθιέρωσαν να κάνουν μία ή δύο επιδρομές σχεδόν κάθε χρόνο. Αυτές οι χερσαίες επιχειρήσεις συνδυάζονταν συχνά με ναυτικές επιδρομές στις ακτές της νότιας Μικράς Ασίας. Την άνοιξη του 669, ο Άραβας πολέμαρχος Φαδαλάς (Φαντάλα ιμπν Ουμαγιάντ) εισέβαλε στη Μικρά Ασία με μεγάλο στρατό και προχώρησε μέχρι τη Χαλκηδόνα, στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Εκεί όμως η αραβική δύναμη καθηλώθηκε και αποδεκατίστηκε από λιμό και λοιμό. Ο Μωαβίας έστειλε έναν άλλο στρατό, με επικεφαλής τον γιο του (και μελλοντικό Χαλίφη) Γιαζίντ, σε βοήθεια του Φαδαλά. Οι Άραβες παρέμειναν στη Χαλκηδόνα για λίγο, και ίσως προσπάθησαν να επιτεθούν εναντίον της Κωνσταντινούπολης (αυτό δεν είναι σαφές), αλλά επειδή δεν ήταν προετοιμασμένοι για μια μακρά εκστρατεία, έφυγαν και επέστρεψαν στη Συρία. Στο δρόμο, κατέλαβαν τη σημαντική πόλη Αμόριο, όπου εγκατέστησαν φρουρά, σκοπεύοντας προφανώς να χρησιμοποιήσουν το φρούριο ως βάση για μελλοντικές εκστρατείες. Το Αμόριο, ωστόσο, ανακτήθηκε από τους Βυζαντινούς τον επόμενο χειμώνα. Η εκστρατεία του 669 έδειξε στους Άραβες ότι μια επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης ήταν εφικτή, αρκεί να μπορούσαν να εξασφαλίσουν τον ανεφοδιασμό τους. Η βάση εφοδιασμού βρέθηκε στη χερσόνησο της Κυζίκου, στη νότια ακτή της θάλασσας του Μαρμαρά, 80 μίλια από τη Βασιλεύουσα, την οποία κατέλαβε ένας στόλος υπό τον Φαδαλά τον χειμώνα του 670 ή του 671. Η Κύζικος χρησίμευσε ως στρατηγικής σημασίας ναυτική βάση των Αράβων τα επόμενα χρόνια κατά τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Σε αντίθεση με την εκστρατεία στη Χαλκηδόνα, το σχέδιό του Μωαβία ήταν να προτιμηθεί μια παράκτια διαδρομή προς την Κωνσταντινούπολη, με μια μεθοδική και σταδιακή προσέγγιση: πρώτα οι Μουσουλμάνοι έπρεπε να αποκτήσουν ναυτικές βάσεις κατά μήκος της μικρασιατικής ακτής και, στη συνέχεια, με βάση τον Κύζικο, η Κωνσταντινούπολη θα αποκλειόταν από ξηρά και θάλασσα. Έτσι, το 672 ένας στόλος υπό τον Μουχάμεντ ιμπν Αμπντουλάχ («Μουαμέδ ο του Αβδελά», κατά τον Θεοφάνη) κατέλαβε τη Σμύρνη, ενώ ένας άλλος στόλος κατέλαβε λιμάνια στη Λυκία και την Κιλικία. Το 673, κατελήφθη η Ταρσός στην Κιλικία, καθώς και η Ρόδος. Η οποία Ρόδος όντας στα μισά μεταξύ Συρίας και Κωνσταντινούπολης, μετατράπηκε για λίγα χρόνια σε βάση εφοδιασμού και ορμητήριο για τις μουσουλμανικές επιδρομές. Εκείνη την εποχή περίπου, ένας Έλληνας πρόσφυγας από τη Συρία ονόματι Καλλίνικος είχε εφεύρει ένα καταστροφικό νέο όπλο που έγινε γνωστό ως «Υγρόν Πυρ». Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ’ προετοιμάστηκε κατάλληλα βλέποντας τον κλοιό να κλείνει γύρω από τη Βασιλεύουσα. Επιδιόρθωσε τα τείχη, αποθήκευσε εφόδια και τρόφιμα και εξόπλισε τον στόλο με εκτοξευτήρες υγρού πυρός. Κατά τον Θεοφάνη «Κωνσταντίνος την τοιαύτην των θεομάχων κατά Κωνσταντινουπόλει κίνησιν εγνωκώς, κατεσκεύασεν και αυτός διήρεις ευμεγέθεις κακκαβοπυρφόρους και δρόμωνας σιφωνοφόρους, και τούτους προσορμίσαι εκέλευσεν εν τω Προακλιανισίω τω Καισαρίου λιμένι.» Πάντως αν κρίνουμε από τις εξελίξεις, παρά τα λεγόμενα του Θεοφάνη, ο εξοπλισμός του στόλου πρέπει να ολοκληρώθηκε τρία ή τέσσερα χρόνια μετά την έναρξη της πολιορκίας. |
Η Μάχη: |
πολιορκία του 674-678 Όπως το έθεσε ο Άγγλος ιστορικός Γίββων: «46 χρόνια μόλις από τότε που ο Μωάμεθ έφυγε από τη Μέκκα, οι απόγονοί του εμφανίσθηκαν πάνοπλοι κάτω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Το κίνητρό τους ήταν η ρήση του προφήτη – πραγματική ή μυθική – ότι θα συγχωρεθούν όλες οι αμαρτίες των μαχητών που θα εκπορθήσουν την πόλη των Καισάρων... Τα πλούτη των εθνών είναι μαζεμένα σε αυτή την σοφά διαλεγμένη θέση κυριαρχίας και εμπορίου». Η αραβική δύναμη έκανε απόβαση τον Απρίλιο του 674 στην ακτή δυτικά της Πόλης στη συνοικία Έβδομον (ή Μαγναύρα) που βρισκόταν έξω από τα τείχη. Μέχρι τον Σεπτέμβριο, γίνονταν γύρω από αυτό το σημείο συνεχείς συγκρούσεις με τα βυζαντινά στρατεύματα. Όπως φαίνεται, οι Άραβες δεν ήταν πολύ καλά προετοιμασμένοι για αυτήν την επιχείρηση. Τόσο ο στρατός όσο και ο στόλος είχαν σχετικά ελαφρύ οπλισμό και δεν είχαν πολλές ελπίδες να καταλάβουν τα ισχυρά τείχη της Βασιλεύουσας. Στην πραγματικότητα, η ίδια η Κωνσταντινούπολη δεν απειλήθηκε σοβαρά σε αυτήν την πολιορκία. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν ο αποκλεισμός, που διήρκεσε 7 χρόνια (προσμετρώντας και τις προηγούμενες εκστρατείες). Σύμφωνα με τον Θεοφάνη, τον πρώτο χρόνο, κάθε μέρα γινόταν μια σκληρή μάχη από το πρωί μέχρι το βράδυ, μεταξύ του προμαχώνα της Χρυσής Πύλης και του Κυκλοβίου [του Πενταπυργίου], με συνεχείς επιθέσεις και αντεπιθέσεις. Μετά τον Σεπτέμβριο, οι Άραβες αποχώρησαν και κατέπλευσαν στην Κύζικο για να περάσουν τον χειμώνα. Αυτό το μοτίβο επαναλήφθηκε σε όλη τη διάρκεια της πολιορκίας: κάθε άνοιξη, οι Άραβες διέσχιζαν τον Μαρμαρά και άρχιζαν τις επιθέσεις εναντίον της Κωνσταντινούπολης, αποσυρόμενοι για τον χειμώνα στην Κύζικο, όπου είχαν μόνιμη βάση και είχαν αποθήκες με εφόδια (αλλά και λάφυρα). Αυτό συνεχίστηκε για 5 χρόνια. Οι χειμερινοί ελλιμενισμοί του εχθρικού στόλου έδιναν στους Βυζαντινούς μια μεγάλη ανάσα και την ευκαιρία να αναπληρώνουν τα εφόδια τους και να επισκευάζουν τα τείχη. Στην πραγματικότητα, αυτή η πολιορκία ήταν μια σειρά από μάχες και αψιμαχίες γύρω από την πόλη με διάφορες μουσουλμανικές δυνάμεις να πηγαινοέρχονται και που στο ενδιάμεσο αποχωρούσαν για λίγο –ακόμα και τους θερινούς μήνες– για επιδρομές σε άλλα σημεία, λόγου χάριν στο Αιγαίο και στην Κρήτη. Δεν είναι γνωστό ποιος ήταν ο διοικητής των αραβικών δυνάμεων. Σύμφωνα με μουσουλμανικές πηγές, πολλές σημαντικές προσωπικότητες του πρώιμου Ισλάμ αναφέρονται ότι πήραν μέρος, αλλά δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα ποιος είχε τη διοίκηση. Η σθεναρή αντίσταση των Βυζαντινών αποθάρρυνε σιγά σιγά τους Άραβες που είχαν συνηθίσει σε γρήγορες νίκες κατά το παρελθόν, και μάλιστα με μεγάλο τους όπλο το ιππικό, που στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορούσε να χρησιμεύσει. Οι Άραβες μαχητές που στρατολογήθηκαν στην πολιορκία ευελπιστούσαν σε μια εύκολη νίκη και σε πλούσια λαφυραγώγηση. Με την πολιορκία να κρατάει σε μάκρος, το ηθικό τους χειροτέρευε χρόνο με το χρόνο. Το φθινόπωρο του 677 ή στις αρχές του 678, μετά από 4 χρόνια πολιορκίας, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Δ΄ αποφάσισε να αντεπιτεθεί. Ο στόλος του ήταν πλέον έτοιμος να χρησιμοποιήσει το νέο όπλο, το «υγρό πυρ». Σε μια ξαφνική κατά μέτωπο επίθεση, τα αραβικά πλοία καταστράφηκαν σχεδόν όλα. Η ναυτική νίκη εξασφάλισε τον ανεφοδιασμό της Βασιλεύουσας, ενώ αντίθετα οι επιτιθέμενοι βρέθηκαν τώρα οι ίδιοι αποκλεισμένοι υποφέροντας από έλλειψη τροφίμων και εφοδίων. Οι Άραβες κατάφεραν τους επόμενους μήνες να αντικαταστήσουν μεγάλο μέρος του στόλου τους και αποπειράθηκαν νέες επιθέσεις, αλλά υπέστησαν κι άλλες ήττες και τελικά το 678 αποφάσισαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν ταπεινωμένοι μετά από 5 χρόνια άκαρπης πολιορκίας. |
Αξιοσημείωτα: |
Στην πολιορκία αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το μεγάλο όπλο των Βυζαντινών, το Υγρόν Πυρ, εφευρέτης του οποίου ήταν ο Καλλίνικος, Έλληνας αρχιτέκτων από την Ηλιούπολη της Συρίας. Οι φλόγες του νέου όπλου καίνε τα πάντα, κατευθύνονται προς τα κάτω και σβήνουν δύσκολα (μόνο με άμμο, ξύδι ή ούρα). |
Επακόλουθα: |
Ήταν η πρώτη από τις πολλές φορές που τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως έσωσαν το Βυζάντιο και τον δυτικό κόσμο από την εισβολή των μαχητών του Ισλάμ. Για τους Μουσουλμάνους, ήταν η πρώτη τους σοβαρή αποτυχία μετά από πολλά χρόνια κατακτήσεων. Ο χαλίφης Μωαβίας αναγκάστηκε να υπογράψει συμφωνία ειρήνης το 679 με τον Κωνσταντίνο. Οι όροι της συνθήκης ήταν να αφήσει ελεύθερα τα νησιά του Αιγαίου και να πληρώσει ετήσιο φόρο 8000 αιχμαλώτων, 50 ίππων και 3.000 λιβρών χρυσού. |
|