
Αραβική εισβολή στη Μικρά Ασία |
χρόνος: 782 |
Εισβολή ενός μεγάλου Αραβικού στρατού που έφτασε πολύ κοντά στην Πόλη | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Άραβες (Αββασίδες)
|
τοποθεσία: Πολλαπλές συγκρούσεις σε διάφορα σημεία στη ΒΔ Μικρά Ασία
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Μάχη εκ Παρατάξεως |
πόλεμος: Εισβολές των Αββασιδών Αράβων στη Μικρά Ασία |
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Ειρήνη η Αθηναία) | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Σταυράκιος, Μιχαήλ Λαχανοδράκων, Αντώνιος | Χαρούν αλ-Ρασίντ |
Δυνάμεις: | Πολύ λιγότεροι από τον εχθρό | 95.793 |
Απώλειες: |
Ιστορικό πλαίσιο: |
To 778 ο νεοδιορισθείς στρατηγός (κυβερνήτης) του θέματος Θρακησίων Μιχαήλ Λαχανοδράκων ανέλαβε πρωτοβουλίες και επιτέθηκε πρώτος στους Άραβες (που εκείνη την εποχή κάθε καλοκαίρι εξαπέλυαν μεγάλες ληστρικές επιδρομές στη Μικρά Ασία). Εξεστράτευσε στην Κομαγγηνή (περιοχή της Μ.Ασίας δυτικά και νότια του Ταύρου) με στόχο τη Γερμανικεία την οποία δεν μπόρεσε να καταλάβει, αλλά πέτυχε νίκες, κατέστρεψε φρούρια και επέστρεψε με πολλά λάφυρα και πολλούς αμάχους αιχμαλώτους, κυρίως Χριστιανούς Σύρους (Ιακωβίτες) τους οποίους οι Βυζαντινοί μετεγκατέστησαν στη Θράκη. Την επόμενη χρονιά, ο Λαχανοδράκων επιτέθηκε ξανά και κατέλαβε την πόλη-φρούριο Χαντάθ και την κατέστρεψε. Η πόλη αυτή ήταν η παλιά ελληνική πόλη Άδατα, σε υψόμετρο 1000μ, στη νότια πλευρά της οροσειράς του Ταύρου. Είχε καταληφθεί από τους Άραβες τον 7ο αιώνα, και τον 8ο αιώνα ήταν στα σύνορα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με το χαλιφάτο των Αββασιδών. Οι καλοκαιρινές επιδρομές των Αράβων στη Βυζαντινή Μ.Ασία ξεκινούσαν πάντα από τη Χαντάθ. Την ίδια χρονιά, ο χαλίφης Αλ-Μαχντί («Μαχαδή» ή «Μαδί» κατά τους Βυζαντινούς, ο 3ος χαλίφης των Αββασιδών, με έδρα τη Βαγδάτη) αντεπιτέθηκε στέλνοντας ένα στράτευμα 30,000 αντρών, που διείσδυσε σε βάθος στη ΒΔ Μ. Ασία και έφτασε μέχρι το Δορύλαιον (Εσκίσεχιρ) το οποίο πολιόρκησε. Το Δορύλαιον, σημειωτέον ήταν άπλεκτον, δηλαδή σημείο συγκέντρωσης και εφοδιασμού του Βυζαντινού στρατού. Ο Λαχανοδράκων που προφανώς δεν είχε αρκετές δυνάμεις για να πολεμήσει σε κανονική μάχη εφάρμοσε τακτικές ανταρτοπολέμου και καμμένης γης, και οι Άραβες αναγκάστηκαν μετά από 15 μέρες, ελλείψει εφοδίων, να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν. Την επόμενη χρονιά, το 780, ο ίδιος ο χαλίφης Μαχντί ήρθε με μεγάλο στρατό μέχρι τη Χαντάθ, την οποία άρχισε να ξανακτίζει, και από εκεί έστειλε στρατό να εισβάλει ξανά στα Βυζαντινά εδάφη. Το στράτευμα αυτό χωρίστηκε σε δύο τμήματα: το ένα με επικεφαλής τον έφηβο γιο του Χαλίφη τον Χαρούν Αλ-Ρασίντ κατευθύνθηκε προς το Θέμα Αρμενιάκων όπου κατέλαβε μετά από πολιορκία ενός μηνός τη μικρή οχυρή πόλη Σεμαλούος (Cemele στο κέντρο της Τουρκίας, στη μέση του δρόμου Άγκυρας Καισαρείας) ενώ το άλλο με επικεφαλής τον Θουμάμα ιμπν αλ-Ουαλίντ εισχώρησε μέχρι το θέμα Θρακησίων στη ΝΑ Μ. Ασία όπου όμως έπεσε σε ενέδρα του Λαχανοδράκοντα και ηττήθηκε. Νέα επιδρομή των Αράβων το 781 με αρχηγό τον Αμπντ αλ-Καμπίρ. Αυτή τη φορά και οι Βυζαντινοί οργάνωσαν ένα μεγάλο στρατό, η διοίκηση του οποίου ανατέθηκε από την Αυτοκράτειρα Ειρήνη στον ευνούχο σακελάριο Ιωάννη. Ο στρατός αυτός συναντήθηκε με τους Άραβες κάπου νότια από την Καισάρεια. Δεν είναι σαφές πώς εξελίχθηκε αυτή η αντιπαράθεση, αλλά το βέβαιο είναι ότι οι Άραβες απωθήθηκαν είτε επειδή νικήθηκαν σε μάχη από τον Ιωάννη είτε επειδή (κατά τους Άραβες ιστορικούς) ο Λαχανοδράκων, με τους ελιγμούς που έκανε, τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι γενικά ο ρόλος του Λαχανοδράκοντα υποβαθμίζεται από τους Βυζαντινούς ιστορικούς, επειδή ο στρατηγός υπήρξε σφοδρός –και σκληρότατος– εικονομάχος. |
Η Μάχη: |
![]() ο Χαρούν Αλ-Ρασίντ Στις 9 Φεβρουαρίου του 782, πολύ νωρίτερα από το συνηθισμένο, ο Χαρούν ξεκίνησε από τη Βαγδάτη, διέσχισε τα στενά της οροσειράς του Ταύρου και κατευθύνθηκε προς τη Φρυγία, όπου χώρισε τον στρατό του. Άφησε ένα μέρος να πολιορκεί τη Νακώλεια (σημ. Seyitgazi) για να καλύψει τα μετόπισθεν και μια δύναμη 30.000 υπό τον Αλ-Μπαρμάκι («Βουρνιχέ») αποσπάστηκε για να λεηλατήσει τα δυτικά μικρασιατικά παράλια. Ο ίδιος με τον υπόλοιπο στρατό κατευθύνθηκε προς τα βορειοδυτικά και μπήκε στο θέμα των Οψικίων με κατεύθυνση τον Βόσπορο. Την αμυντική προσπάθεια των Βυζαντινών συντόνιζε ο ευνούχος Σταυράκιος που ήταν ο ισχυρός άντρας του Βυζαντίου στην αρχή της βασιλείας της Ειρήνης. Ο Σταυράκιος επέλεξε, ορθά, να μην αντιμετωπίσει τους Αββασίδες σε ανοιχτό πεδίο και τους άφησε ανενόχλητους να προωθούνται, προσπαθώντας όμως να δημιουργήσει αντιπερισπασμό σε άλλα σημεία. Στο πλαίσιο αυτής της τακτικής, μια Βυζαντινή δύναμη 30.000 αντρών της οποίας ηγείτο ο Λαχανοδράκων αντιμετώπισε τους 30.000 τον Βουρνιχέ στην (άγνωστη) θέση Δαρηνός όπου υπέστη σοβαρή ήττα. Σύμφωνα με τον Θεοφάνη οι απώλειες των Βυζαντινών ήταν 15,000! Στο μεταξύ ο κύριος όγκος των Αράβων νίκησε κοντά στη Νίκαια μια άλλη Βυζαντινή δύναμη υπό τον κόμη του Οψικίου Νικήτα και συνέχισε προς τη Νικομήδεια όπου εκεί παρατάχθηκαν τα τάγματα του Βυζαντινού τακτικού στρατού για να τον αντιμετωπίσουν υπό τη διοίκηση του δομέστικου των σχολών Αντωνίου. Ο Χαρούν τους αγνόησε και έφτασε στη Χρυσούπολη, στην ασιατική πλευρά του Βοσπόρου απέναντι από την Πόλη. Εκεί όμως, για κάποιο λόγο αποφάσισε να γυρίσει πίσω, ίσως επειδή ο στρατός του δεν είχε τα μέσα για να περάσει τον Βόσπορο. Έτσι ο Χαρούν αφού λεηλάτησε τις περιοχές γύρω από τον Βόσπορο και έχοντας κάνει μια επίδειξη δύναμης, πήρε το δρόμο της επιστροφής κατευθυνόμενος νότια κατά μήκος της κοιλάδας του Σαγγαρίου. Εκεί όμως βρέθηκε αναπάντεχα περικυκλωμένος από τα τάγματα του Αντωνίου που ερχόταν από πίσω, και από τις δυνάμεις του θεματικού στρατού των Βουκελλαρίων υπό τον στρατηγό τους Τατζάτη. Ο Χαρούν βρέθηκε σε μειονεκτική θέση, αλλά την κρίσιμη στιγμή ο Τατζάτης πρόδωσε τους Βυζαντινούς και έκανε συμφωνία με τον Χαρούν αυτομολώντας μαζί με πολλούς από τους άντρες του. Οι Βυζαντινοί ιστορικοί εξηγούν την κίνησή του αυτή με το σκεπτικό ότι οι σχέσεις του Τατζάτη με τον Σταυράκιο (που δεν τον συμπαθούσε κανείς) ήταν κάκιστες, αλλά πιθανόν να υπήρχαν και άλλα αίτια. Ίσως ο Τατζάτης που ήταν και αυτός φανατικός εικονομάχος να έβλεπε ότι δεν είχε μέλλον στην εποχή της εικονόφιλης Ειρήνης και θέλησε να επωφεληθεί όταν του δόθηκε αυτή η τελευταία ευκαιρία. Ο Χαρούν έχοντας αυτήν την απρόσμενη βοήθεια (την οποία κράτησε μυστική) προσποιήθηκε ότι ζητά διαπραγματεύσεις. Γεμάτοι αυτοπεποίθηση για την πλεονεκτική τους θέση οι Βυζαντινοί έσπευσαν να τον συναντήσουν για να επιβάλλουν τους όρους τους. Μάλιστα στη συνάντηση με τον Χαρούν προσήλθαν οι 3 ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι: ο λογοθέτης του δρόμου Σταυράκιος, ο δομέστικος των σχολών Αντώνιος και ο μάγιστρος Πέτρος (προφανώς για να πιστωθούν οι ίδιοι τη μεγάλη επιτυχία). Ο Χαρούν αλ-Ρασίντ με τη προτροπή του Τατζάτη τους φυλάκισε και έστειλε μήνυμα για διαπραγματεύσεις με τους δικούς του όρους. Μετά από αυτήν την τροπή, η Ειρήνη έσπευσε να υπογράψει ειρήνη που περιλάμβανε τριετή ειρήνη και καταβολή λύτρων από το Βυζάντιο από 90.000 χρυσά νομίσματα κάθε Απρίλιο και 70.000 κάθε Ιούνιο, συν 10.000 μεταξωτά υφάσματα. |
Αξιοσημείωτα: |
Το 786 οι Βυζαντινοί κατέλαβαν και κατέστρεψαν ξανά το κάστρο της Χαντάθ που οι Άραβες είχαν ανοικοδομήσει με πολύ κόπο και μεγάλα έξοδα. |
Επακόλουθα: |
Ο Αλ-Ρασίντ γύρισε στη Βαγδάτη με πολλά λάφυρα. Όμως η επιτυχία ήταν μάλλον δυσανάλογα μικρή σε σχέση με το μέγεθος του εγχειρήματος. Για το Βυζάντιο ήταν μια ταπεινωτική εξέλιξη, αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα. Για την Ειρήνη, η ήττα και η προδοσία του Τατζάτη τη βοήθησαν να σταθεροποιηθεί στο θρόνο επειδή μπόρεσε να απαλλαγεί εύκολα από εικονοκλάστες στρατηγούς όπως ο Λαχανοδράκων. Το 785 οι εχθροπραξίες ξανάρχισαν όταν η Ειρήνη σταμάτησε να πληρώνει τον ετήσιο φόρο. |
|