
Μάχη του Φάρου(Επιδρομή των Ρως) |
χρόνος: 1043Ιούλιος 1043 |
Μεγάλης κλίμακας επιδρομή των Ρως που συνετρίβησαν σε ξηρά και θάλασσα από τους Βυζαντινούς | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Ρως
|
τοποθεσία: Στη θέση Φάρος (σημ. Ρούμελη Φενέρι), στο βορειότερο άκρο της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου πριν την έξοδο στη Μαύρη θάλασσα
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Ναυμαχία |
πόλεμος: Επιδρομές των Ρως |
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Κωνσταντίνος Θ' Μονομάχος) | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος | πρίγκιπας του Νόβγκοροντ Βλαδίμηρος |
Δυνάμεις: | 100.000 άντρες | |
Απώλειες: | 24 πλοία με τα πληρώματα | τουλάχιστον 20.000, 100 πλοία |
Ιστορικό πλαίσιο: |
Οι Ρως του Κιέβου ήταν μεγάλο και πολεμοχαρές έθνος και κατά καιρούς προκάλεσαν προβλήματα στο Βυζάντιο, όχι βέβαια τόσο σοβαρά όσο άλλοι γειτονικοί λαοί. Οι Ρως ήταν πληθυσμιακά κυρίως Σλάβοι, αλλά η άρχουσα τάξη και οι πολεμιστές ήταν Βίκινγκς τους οποίους οι Βυζαντινοί αποκαλούσαν Βαράγγους. Τους προηγούμενους αιώνες είχαν κάνει τουλάχιστον 3 πολύ σοβαρές και επεισοδιακές επιδρομές στην Πόλη, ενώ είχαν επιτεθεί και σε άλλα σημεία της αυτοκρατορίας (κυρίως στις ακτές του Ευξείνου Πόντου). Από το 1019 έως το 1055, ηγεμόνας των Ρως ήταν ο Γιαροσλάβ Α’ ο Σοφός, ο πρώτος που πήρε τον τίτλο του τσάρου. Ο Γιαροσλάβ ήταν ικανός ηγεμόνας και επιδίωξε καλές σχέσεις με το Βυζάντιο. Παρ’ όλα αυτά, το 1024/1025, επί της βασιλείας του, σημειώθηκε μετά από καιρό ένα επεισόδιο με εισβολή μιας ομάδας Ρως υπό τον Χρυσόχειρα που έφθασε μέχρι τη Λήμνο, όπου εξολοθρεύτηκε. Η επόμενη επιδρομή έγινε το 1043, και αυτήν τη φορά ήταν πολύ πιο σοβαρή. Η αιτία της επίθεσης υποτίθεται ότι ήταν ο φόνος ενός Ρώσου εμπόρου πάνω σ’ έναν καβγά, στην Πόλη. Όμως είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι αυτή ήταν πραγματικά η αιτία. Πιθανότατα ο φόνος του εμπόρου ήταν μόνο η πρόφαση και απλά οι Ρως ήθελαν να επιχειρήσουν μια προσοδοφόρα εκστρατεία επωφελούμενοι από το κενό εξουσίας που διαφαινόταν στο Βυζάντιο, με τις συνεχείς εναλλαγές διαφόρων άσχετων στον θρόνο τα προηγούμενα χρόνια. Ο αυτοκράτορας (και τελευταίος σύζυγος της Ζωής) Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος είχε στεφθεί μόλις τον προηγούμενο χρόνο μη έχοντας καμία στρατιωτική εμπειρία. Επιπλέον, είχε σοβαρά προβλήματα με τους στρατιωτικούς που δεν τον ήθελαν και γι’ αυτό προσπαθούσε να τους αποδυναμώσει, αποδυναμώνοντας έτσι τη στρατιωτική ισχύ του Βυζαντίου. Όλα αυτά οι Ρως τα ήξεραν καλά λόγω των εμπορικών σχέσεων με το Βυζάντιο. Άλλωστε και σε παλαιότερες επιδρομές είχε αποδειχτεί ότι είχαν εκ των προτέρων καλή πληροφόρηση για την αμυντική κατάσταση της Πόλης. ![]() πλοιάριο των Ρως Ο Αυτοκράτορας όταν πληροφορήθηκε για την προσέγγιση αυτού του εχθρικού στίφους, έστειλε απεσταλμένους στους Ρως προσφέροντας πλούσια αποζημίωση «εάν συνέβη άτοπον τι». Όμως οι πρέσβεις αποπέμφθηκαν με απειλές και ύβρεις. Οι Βυζαντινοί δεν είχαν άλλη επιλογή από το να ετοιμαστούν για πόλεμο. Κατ’ αρχάς οι Ρώσοι έμποροι απομακρύνθηκαν από την Πόλη. Επίσης, ο ικανότατος Κατακαλών Κεκαυμένος τοποθετήθηκε κυβερνήτης στις παραδουνάβιες περιοχές έχοντας ευθύνη για τη φρούρηση των δυτικών παραλίων του Ευξείνου Πόντου. Επειδή ο στόλος έλειπε, ο αυτοκράτορας επιστράτευσε μερικά εμπορικά και παροπλισμένα πλοία – «λείψανά τινα τοῦ παλαιοῦ στόλου συνηθροικὼς»– τα οποία αρματώθηκαν και εφοδιάστηκαν με εκτοξευτήρες υγρού πυρός – «χορηγήσας τε ταῖς ναυσὶ πολὺ τὸ δίυγρον πῦρ»(1). Τον Ιούλιο του 1043 τα Ρωσικά «μονόξυλα»(2) έφτασαν στον Βόσπορο και αγκυροβόλησαν στο βόρειο άκρο της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου, λίγο πριν την έξοδο στη Μαύρη Θάλασσα. Η τοποθεσία λεγόταν Φάρος, λόγω ενός αρχαίου φάρου που δέσποζε σε ύψωμα πάνω από το λιμάνι(3). Σύμφωνα με Ρώσους χρονικογράφους, οι Ρως ήταν πεπεισμένοι ότι θα ήταν εύκολο να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη. Αυτός ήταν ο στόχος τους. Πράγμα που εξηγεί γιατί ήταν ανένδοτοι και απέρριψαν ασυζητητί μια διπλωματική λύση που θα τους απέφερε πλούσια ανταλλάγματα. |
Η Μάχη: |
![]() Ο Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος σε ψηφιδωτό της Αγιασοφιάς Οι Βυζαντινοί, κινούμενοι κατά τη διάρκεια της νύχτας, έφτασαν στον Φάρο τα ξημερώματα και οι δύο στόλοι βρέθηκαν παρατεταγμένοι ο ένας απέναντι στον άλλον. Για λίγες ώρες δεν συνέβη τίποτα. Καμία από τις δύο πλευρές δεν πήρε πρωτοβουλία για επίθεση. Οι Ρως είχαν κακή εμπειρία από το υγρό πυρ των Βυζαντινών, ενώ μάλλον είχαν αιφνιδιαστεί που αναγκάζονταν να ναυμαχήσουν σε αυτό το σημείο. Από την άλλη, οι Βυζαντινοί ήταν διστακτικοί (και ίσως έντρομοι) μπροστά στον τεράστιο αριθμό και τον πυκνό σχηματισμό των εχθρικών πλοίων. Σε αυτήν τη γενική απροθυμία για εμπλοκή συνέβαλε και ο βαρύς καιρός που προμήνυε καταιγίδα. Ο αυτοκράτορας παρακολουθούσε τα διαδραματιζόμενα από έναν παραθαλάσσιο λόφο. Βλέποντας ότι δεν γίνεται τίποτα, θέλησε να κάνει μια τελευταία προσπάθεια για να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση (με άλλα λόγια να πληρώσει τους Ρώσους για να φύγουν). Έτσι έστειλε ξανά αντιπροσωπεία στους Ρως, οι οποίοι παρέμειναν αμετάπειστοι και ζήτησαν αφρόνως 3 λίτρες χρυσού για κάθε πολεμιστή (μία λίτρα ή λίβρα αντιστοιχούσε σε 72 χρυσούς σόλιδους). Το ποσό ήταν εξωφρενικό και δεν άφηνε κανένα περιθώριο για συζήτηση. Μετά από αυτό, ο Αυτοκράτορας εξοργισμένος από την προκλητικότητα των Ρως, έδωσε εντολή στον μάγιστρο Βασίλειο Θεοδωροκάνο να πλησιάσει με τρεις δρόμωνες τους Ρως και να ρίξει βολές για να διασπάσει τις γραμμές τους και να τους αναγκάσει να ξανοιχτούν και να εμπλακούν σε μάχη. Ο Θεοδωροκάνος έκανε κάτι παραπάνω: Επιτέθηκε κατά μέτωπο και εισχώρησε βαθιά στον εχθρικό σχηματισμό. Οι δρόμωνες βρέθηκαν περικυκλωμένοι από τα πλοιάρια των Ρως που προσπαθούσαν να τους βυθίσουν τρυπώντας με τα δόρατά τους. Προς στιγμήν φάνηκε ότι οι δρόμωνες είχαν παγιδευτεί, αλλά τότε οι Βυζαντινοί άρχισαν τις βολές από τους καταπέλτες και τις ρίψεις υγρού πυρός. Τρία ρωσικά πλοία βυθίστηκαν επί τόπου, εφτά πυρπολήθηκαν και ένα κατελήφθη με ρεσάλτο του ίδιου του Θεοδωροκάνου που πήδησε στο κατάστρωμα και σκόρπισε τους Ρώσους. Αυτή η γρήγορη επιτυχία, και μάλιστα μόνο με τρία πλοία, αποδιοργάνωσε τους Ρως που άρχισαν να απομακρύνονται, και όταν στη μάχη μπήκε και ο υπόλοιπος Βυζαντινός στόλος, ανέκρουσαν πρύμναν. Τα εχθρικά πλοία εγκατέλειψαν τον σχηματισμό τους και άρχισαν να διαφεύγουν προς τη Μαύρη θάλασσα, ενώ πολλά από αυτά βρέθηκαν εγκλωβισμένα ανάμεσα στον Βυζαντινό στόλο και τη βραχώδη ακτή. Και τότε ξέσπασε η καταιγίδα. Ένας ισχυρός ανατολικός άνεμος έριχνε τα ρωσικά πλοία πάνω στους σκοπέλους και τα βράχια, ενώ οι Βυζαντινοί έριχναν καταιονισμό υγρού πυρός έχοντας ευνοϊκό άνεμο. Μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό, όσοι από τους Ρώσους γλίτωναν από τη φωτιά και από πνιγμό, προσπαθούσαν να βγουν στην ακτή όπου περίμεναν και τους πετσόκοβαν οι στρατιώτες. Υπολογίζεται ότι 100 πλοία των Ρως καταστράφηκαν εκείνη την ημέρα. Τουλάχιστον 15.000 ήταν οι νεκροί. Για πολλές μέρες μετά, τα πτώματα των Ρως ξεβράζονταν (και σκυλεύονταν) στις ακρογιαλιές του Βοσπόρου. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος έμεινε για δύο μέρες στην περιοχή και μετά επέστρεψε θριαμβευτής και τροπαιούχος στην Κωνσταντινούπολη. Άφησε πίσω δύο τάγματα με επικεφαλής τον μάγιστρο Θεοδωροκάνο και τον παρακοιμώμενο Νικόλαο, με αποστολή να επιτηρούν το στόμιο του στενού για το ενδεχόμενο επιστροφής των Ρως. Εκεί παρέμεινε και όλος ο στόλος. Ο ρωσικός στόλος μπόρεσε να περιμαζέψει πολλούς ναυαγούς από τη θάλασσα και τις ακτές. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο αρχηγός τους, πρίγκιπας Βλαδίμηρος. Μετά τον όλεθρο δεν υπήρχε περίπτωση να συνεχίσουν την επιχείρησή τους εναντίον της Κωνσταντινούπολης. Η μοναδική επιλογή ήταν να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Όμως υπήρχε ένα πρόβλημα. Δεν χωρούσαν όλοι στα εναπομείναντα πλοία. Έτσι ένα τμήμα 6.000 αντρών αποβιβάστηκε στη θρακική ακτή για να επιστρέψει με τα πόδια. Αρχηγός τους ήταν ο βοεβόδας Βυσχάτα. Οι Βυζαντινοί είχαν την ατυχή έμπνευση να καταδιώξουν τον ρωσικό στόλο καθώς έφευγε. Μια μικρή σχετικά μοίρα από 24 πλοία τους ακολούθησε. Επικεφαλής ήταν ο στρατηγός του θέματος Κιβυρραιωτών Κωνσταντίνος Καβαλλούριος . Οι Ρως βλέποντας το μικρό μέγεθος του στολίσκου που ήταν στο κατόπι τους, βρήκαν ένα τρόπο να πάρουν λίγο από το αίμα τους πίσω: Όταν τα Βυζαντινά πλοία εξουθενωμένα από την κωπηλασία αγκυροβόλησαν σε ένα όρμο για διανυκτέρευση, οι Ρως τους παγίδευσαν και τους επιτέθηκαν. Τα 20 πλοία καταστράφηκαν και 4 που κατελήφθησαν. Από τους Βυζαντινούς δεν γλύτωσε σχεδόν κανείς και όσοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι σφαγιάστηκαν. Στο μεταξύ η δύναμη των 6.000 Ρως που οδοιπορούσε προς Βορράν ήρθε αντιμέτωπη με τις δυνάμεις του Κεκαυμένου στη Βάρνα της Βουλγαρίας και οι περισσότεροι σκοτώθηκαν. Αιχμαλωτίστηκαν 800 από αυτούς και εστάλησαν στην Κωνσταντινούπολη. Μαζί και ο αρχηγός τους Βυσχάτα. Σύμφωνα με Ρώσους χρονικογράφους, οι 800 αιχμάλωτοι τυφλώθηκαν όλοι. Ο Βυζαντινοί ιστορικοί δεν αναφέρουν τίποτα περί τυφλώσεως, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν ντρέπονται να αναφέρουν τέτοια περιστατικά. Οπότε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η τύφλωση δεν αληθεύει, αν λάβουμε μάλιστα υπόψη ότι οι Ρωσικές πηγές της εποχής δεν είναι καθόλου αμερόληπτες και γι’ αυτό, ελάχιστα αξιόπιστες. Σημειωτέον ότι οι ίδιες πηγές, στο σύνολό τους, αποδίδουν την αποτυχία των Ρως αποκλειστικά στην τρικυμία. Κατά την επιστροφή του, ο στόλος των Ρως επιτέθηκε στη Βυζαντινή Κριμαία όπου προξένησε μεγάλες καταστροφές. |
Αξιοσημείωτα: |
Πιθανολογείται ότι στη εκστρατεία συμμετείχε με τους Ρως και ο Χάραλντ Χαρντράντα ή Χάραλντ ο Τρομερός (αργότερα Χάραλντ Γ’ της Νορβηγίας). Ο Χάραλντ είχε υπηρετήσει στη Βαράγγια φρουρά όπου διακρίθηκε και έγινε αρχηγός της. Ήταν φίλος του Βλαδίμηρου και φύλαγε τον χρυσό που κέρδιζε από το Βυζάντιο στο Νόβγκοροντ. Το 1043 οι Βυζαντινοί τον έδιωξαν και κατέφυγε στο Νόβγκοροντ. Οπότε η συμμετοχή του στην εκστρατεία είναι μια εύλογη εικασία, παρόλο που δεν αναφέρεται στις πηγές της εποχής. |
Επακόλουθα: |
Μετά από 3 χρόνια συμφωνήθηκε ειρήνη με τους Ρως και έγινε ανταλλαγή αιχμαλώτων. Η ειρήνη επισφραγίστηκε με τον γάμο του γιου του τσάρου, του Βσέβολοντ Α’ με την Αναστασία Σκλήραινα, κόρη του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ’ από τον πρώτο του γάμο. Ο γιος τους Βλαδίμηρος Β’ Μονομάχος υπήρξε ο πιο σπουδαίος τσάρος του βασιλείου των Ρως του Κιέβου. Οι Ρως δεν προκάλεσαν ξανά προβλήματα στο Βυζάντιο καθώς ξέσπασαν δυναστικές έριδες και εμφύλιοι πόλεμοι που κράτησαν αιώνες. |
Παρατηρήσεις: |
|
|