
Μάχη της Χαριούπολης |
χρόνος: 1051 |
Νυχτερινός αιφνιδιασμός και εξόντωση ενός στρατού Πετσενέγων από τους Βυζαντινούς | ★ ★ ★ ★ ★ |
εχθρός: Πετσενέγοι
|
τοποθεσία: Έξω από τη Χαριούπολη, το σημερινό Hayrabolu, 45 χλμ ανατολικά από το Διδυμότειχο
|
ακρίβεια θέσης:
●●●●●
|
τύπος μάχης: Αιφνιδιασμός |
πόλεμος: Πόλεμοι εναντίον των Πετσενέγων |
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία |
▼ Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ. Κωνσταντίνος Θ' Μονομάχος) | ▼ Οι Εχθροί | |
Επικεφαλής: | Εθνάρχης Νικηφόρος Βρυέννιος & Ακόλουθος Μιχαήλ | Άγνωστος |
Δυνάμεις: | ||
Απώλειες: |
Ιστορικό πλαίσιο: |
Το αποτέλεσμα των συνεχών ηττών από τους Πετσενέγους κατά τα έτη 1049 και 1050 ήταν ότι οι Πετσενέγοι εδραίωσαν την παρουσία τους στα Βυζαντινά εδάφη της Βόρειας Θράκης και της Βουλγαρίας, ενώ ο Βυζαντινός στρατός είχε αποδυναμωθεί έχοντας υποστεί πολύ σοβαρές απώλειες. Υπολογίζεται ότι το Βυζάντιο είχε χάσει τον μισό από τον τακτικό του στρατό στις μάχες εναντίον των Πετσενέγων. Επιπλέον είχαν σκοτωθεί πολλοί έμπειροι αξιωματικοί. Η εισβολή των Πετσενέγων εξελισσόταν σε σοβαρή κρίση και είναι απορίας άξιον ότι αυτό συνέβαινε λίγες μόλις δεκαετίες μετά από το απόγειο της στρατιωτικής ισχύος του Βυζαντίου επί Βουλγαροκτόνου. Μπροστά στην αδυναμία του Βυζαντινού στρατού να τους αντιμετωπίσει, οι Πετσενέγοι αποθρασύνθηκαν εντελώς και έκαναν συνεχώς επιδρομές –καίγοντας, λεηλατώντας, σφάζοντας (μέχρι και νήπια)– όλο και πιο βαθιά στη Βυζαντινή επικράτεια. Μια ομάδα επιδρομέων είχε φτάσει μέχρι τους Κατασύρτες, έξω από την Κωνσταντινούπολη. Αυτή η ομάδα εξοντώθηκε όταν ένα απόσπασμα της βασιλικής φρουράς με επικεφαλής τον πατρίκιο Ιωάννη (ευνούχος & θαλαμηπόλος της αυτοκράτειρας Ζωής) τους επιτέθηκε τη νύχτα, ενώ αυτοί κοιμόταν μεθυσμένοι, και τους κατέσφαξε. Ο Ιωάννης φόρτωσε τα κεφάλια των σκοτωμένων σε κάρα και τα έφερε θριαμβευτικά στην Πόλη για να τα δείξει στον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος οργάνωσε ξανά ένα νέο στράτευμα για να πολεμήσει τους Πετσενέγους. Συγκροτήθηκε ένας στρατός 20.000 αντρών αποτελούμενος από Βαράγγους, Φράγκους μισθοφόρους και ιπποτοξότες από τα μεθοριακά δουκάτα της Μικράς Ασίας. Ο αυτοκράτορας ήθελε –υποτίθεται– να αναλάβει αυτή τη φορά ο ίδιος την αρχιστρατηγία, αλλά είχε προβλήματα υγείας ταλαιπωρούμενος από ποδάγρα. Έτσι αρχηγός αυτού του στρατού τοποθετήθηκε ο πατρίκιος Νικηφόρος Βρυέννιος ο οποίος πήρε τον βαθμό του Εθνάρχη (που τυπικά ήταν το αξίωμα του διοικητού των ξένων μισθοφόρων, πλην Βαράγγων). Στη διοίκηση συμμετείχε και ο Ακόλουθος (διοικητής της Βαράγγειας φρουράς) Μιχαήλ. Οι Βυζαντινοί εφάρμοσαν μια νέα τακτική. Απέφυγαν πάση θυσία την αντιπαράθεση σε ανοικτό πεδίο με τους Πετσενέγους (που ήταν πάρα πολλοί και ικανότατοι πολεμιστές). Ο στρατός μοιράστηκε σε φρούρια της Θράκης, από όπου έκαναν αιφνιδιαστικές επιθέσεις στους Πετσενέγους παρεμποδίζοντας τη ληστρική τους δραστηριότητα. Η τακτική αυτή, που ήταν ένα είδος ανταρτοπόλεμου, άρχισε να αποδίδει, βοηθούντος και του γεγονότος ότι οι Πετσενέγοι είχαν διασπαστεί σε πολλές μικρές ομάδες. Έτσι οι δυνάμεις του Βρυέννιου σε δύο τουλάχιστον περιστάσεις, τη μία έξω από την πόλη Γολόη (στη ΝΑ Βουλγαρία) και την άλλη στο φρούριο Τοπολιτζόν (επί του Έβρου, κοντά στην Αδριανούπολη) κατόρθωσαν να αιφνιδιάσουν τους Πετσενέγους επιδρομείς και να τους προκαλέσουν βαριές απώλειες. |
Η Μάχη: |
![]() Πετσενέγοι Μαθαίνοντας αυτήν την εξέλιξη και προβλέποντας την πορεία που θα ακουλουθούσαν οι Πετσενέγοι, ο Βυζαντινός στρατός κινήθηκε πολύ γρήγορα και κρυφά τη νύχτα μπήκε στην οχυρωμένη πόλη Χαριούπολη, το σημερινό Hayrabolu, 45 χλμ ανατολικά από το Διδυμότειχο. Όπως είχε προβλεφθεί, η ορδή των Πετσενέγων έφτασε στην περιοχή και επιδόθηκε στις συνήθεις καταστροφές και λεηλασίες στην ύπαιθρο. Το βράδυ στρατοπέδευσαν κοντά στη Χαριούπολη μη έχοντας ιδέα ότι μέσα στην πόλη υπήρχε μια σχετικά μεγάλη εχθρική δύναμη «διό και ἀδεῶς ἔκειντο ἐν αὐλοῖς καὶ κυμβάλοις κωμάζοντες». Τη νύχτα οι Βυζαντινοί βγήκαν από τη Χαριούπολη και επιτέθηκαν στους κοιμισμένους Πετσενέγους. Δεν γλύτωσε κανείς τους. |
Επακόλουθα: |
Φαίνεται ότι η ήττα ήταν σοβαρή, γιατί οι Πετσενέγοι σταμάτησαν τις επιδρομές στη Θράκη και στη Μακεδονία για λίγο καιρό. Όμως παρέμειναν εγκατεστημένοι στη βόρεια Βουλγαρία. |
|